Αρ. πρωτ.: 2/31029/ΔΕΠ/6.5.2016 Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου Β' του ν. 4354/2015 (176 /Α')

 

Αρ. πρωτ.: 2/31029/ΔΕΠ/6.5.2016
Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου Β' του ν. 4354/2015 (176 /Α')


Αθήνα , 6/5/2016
Αρ.Πρωτ. 2/31029/ΔΕΠ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝ. ΓΡΑΜ. ΔΗΜ/ΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Πανεπιστημίου 37 10165 - Αθήνα
Τηλέφωνα:
Α' Τμήμα 33 38 350
33 38 351
33 38 402
33 38 477
33 38 415
Β' Τμήμα 3329701 - 705
Γ' Τμήμα 33 38 404
33 38 218
33 38 422
33 38 403
33 38 478
33 38 237
33 38 537
33 38 392
33 38 418

ΘΕΜΑ: Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου Β' του ν. 4354/2015 (176 /Α').


Σχετ. : Η αριθμ. 2/1015/ΔΕΠ/5.1.2016 εγκύκλιός μας.

Σε συνέχεια πολλών ερωτημάτων, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου Β' του ν. 4354/2015, που δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. 176 τ. Α' και λόγω αναγκαίων διορθώσεων, κρίνουμε απαραίτητη την αναθεώρηση και την εκ νέου αποστολή της ερμηνευτικής εγκυκλίου του νόμου, προκειμένου να προβείτε στην ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή του. Με την έκδοση της παρούσας η ανωτέρω σχετική εγκύκλιος ανακαλείται.

Ειδικότερα :

Επί του άρθρου 7 Πεδίο εφαρμογής

Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού ορίζεται το πεδίο εφαρμογής του νόμου. Το πεδίο αυτό καλύπτει τους μόνιμους και δόκιμους πολιτικούς δημόσιους υπαλλήλους, καθώς και τους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου (από 1-1-2016 καταργούνται η αριθμ. 2/13917/0022/17.2.2012 (ΦΕΚ 414 Β) κυα, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς και η αριθμ. 2/840/0022/4-1-2013 όμοια με τις οποίες καθορίζονταν οι αποδοχές των υπαλλήλων Ι.Δ.Ο.Χ) :
α) των φορέων της περ. στ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), δηλαδή την Κεντρική Διοίκηση ή Δημόσιο ή Κράτος, που περιλαμβάνει την Προεδρία της Δημοκρατίας, τα Υπουργεία, τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές (Α.Δ.Α.) που δεν έχουν νομική προσωπικότητα και τη Βουλή των Ελλήνων,
β) των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών (Α.Δ.Α.) με νομική προσωπικότητα (περ. γ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014),
γ) των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης (Ο.Κ. Α.),
δ) των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου και δεύτερου βαθμού (Δήμοι - Περιφέρειες),
ε) των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.),
στ) των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου ( Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος, ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α.-κατά την έννοια της επίτευξης κρατικού ή δημόσιου ή αυτοδιοικητικού σκοπού, εποπτείας, διορισμού και ελέγχου της πλειοψηφίας της Διοίκησής τους (τα συγκεκριμένα κριτήρια πρέπει να λειτουργούν σωρευτικά) - ή επιχορηγούνται τακτικά, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από κρατικούς πόρους κατά πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους. Στις διατάξεις του νόμου υπάγονται σε κάθε περίπτωση τα Κέντρα Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας, καθώς και οι Δημόσιες Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.).
ζ) των Δημοσίων Επιχειρήσεων, Οργανισμών και Ανώνυμων Εταιρειών (Δ.Ε.Κ.Ο.), που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005 (Α'314).
Επισημαίνεται ότι σε κάθε περίπτωση υπάγονται :
η) οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (μόνιμοι, αναπληρωτές, ωρομίσθιοι),
θ) οι υπάλληλοι της Γραμματείας των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών, των Έμμισθων Υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών Γραφείων της χώρας,
ι) οι ιατροί υπηρεσίας υπαίθρου και οι μόνιμοι αγροτικοί ιατροί,
ια) οι υπάλληλοι της Βουλής, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό της,
ιβ) οι υπάλληλοι, συμπεριλαμβανομένου και του ειδικού επιστημονικού προσωπικού των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών (Α.Δ.Α.), της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (από 1-1-2016 καταργείται η αριθμ. 2/17127/0022/28.2.2012 (ΦΕΚ 498 Β) κυα),
ιγ) οι υπάλληλοι των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.), και Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων (Π.Ε.Δ), της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Ε.) και της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος (ΕΝ.Π.Ε),
ιδ) οι υπάλληλοι των Γενικών και Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων,
ιε) το προσωπικό των νομικών προσώπων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, των εξομοιούμενων προς αυτά κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 63 του ν.3801/2009 (Α'163) των λοιπών εκκλησιών, δογμάτων και κατά το άρθρο 13 του Συντάγματος γνωστών θρησκειών, που επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό,
ιστ) οι μετακλητοί υπάλληλοι, οι ειδικοί σύμβουλοι και συνεργάτες, καθώς και οι επιστημονικοί συνεργάτες της Γενικής Γραμματείας του Πρωθυπουργού, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού, των Πολιτικών Γραφείων των μελών της Κυβέρνησης, των Υφυπουργών, των Γενικών, Αναπληρωτών Γενικών και Ειδικών Γραμματέων των Υπουργείων, των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, των αιρετών οργάνων των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, καθώς και των εν γένει Διοικητών, Υποδιοικητών, Προέδρων, Αντιπροέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων των νομικών προσώπων που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος και
ιζ) τα μέλη του Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) των Α.Ε.Ι., μέχρι την έκδοση του Π.Δ. που προβλέπεται στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 29 του ν. 4009/2011 (Α' 195),
ιη) οι δικηγόροι που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος.

Με την παρ. 2 ορίζεται το προσωπικό που δεν υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος νόμου. Ειδικότερα, δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος :
α) το ναυτικό προσωπικό του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.), με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28 (περί ανωτάτου ορίου αποδοχών), β) το καλλιτεχνικό προσωπικό των Ν.Π.Ι.Δ. με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28 (περί ανωτάτου ορίου αποδοχών). Στην έννοια του καλλιτεχνικού προσωπικού, όπως αναφέρεται και στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, νοείται το αμιγές καλλιτεχνικό προσωπικό (ηθοποιοί, χορευτές, σκηνοθέτες κ.λ.π.) και όχι το τεχνικό προσωπικό (ηλεκτρολόγοι, τεχνικοί σκηνής κ.λ.π.) το οποίο εντάσσεται στις διατάξεις του νέου νόμου, γ) οι κατηγορίες υπαλλήλων ή λειτουργών που ορίζονται στις διατάξεις του Μέρους Β' του ν.3205/2003 (Α' 297), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς και οι εν γένει αμειβόμενοι με ειδικά μισθολόγια, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 15 (περί οικογενειακής παροχής) και 28 (περί ανωτάτου ορίου αποδοχών), δ) οι Δημόσιες Επιχειρήσεις, Οργανισμοί και Ανώνυμες Εταιρείες (Δ.Ε.Κ.Ο.), που υπάγονται, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος, στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Β' του ν.3429/2005 (Α' 314), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28 (περί ανωτάτου ορίου αποδοχών), ε) οι υπάλληλοι της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.), με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28 (περί ανώτατου ορίου αποδοχών).

Επί του άρθρου 8 Αποσύνδεση μισθού - βαθμού

Επισημαίνεται ότι με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου αποσυνδέεται το βαθμολογικό από το μισθολογικό καθεστώς του υπαλλήλου. Συγκεκριμένα, με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται ότι το προσωπικό που υπάγεται στις διατάξεις του νέου νόμου εξελίσσεται, ανεξάρτητα από το βαθμό που κάθε φορά κατέχει, στα μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) όπως αυτά ορίζονται στο επόμενο άρθρο. Με τις διατάξεις της παρ. 2 ορίζεται ότι οι υπάλληλοι που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και έχουν το ίδιο μισθολογικό κλιμάκιο δικαιούνται το βασικό μισθό που αντιστοιχεί σ' αυτό, ανεξάρτητα από τον κλάδο στον οποίο ανήκει η θέση τους.

Επί του άρθρου 9 Μισθολογικά κλιμάκια και κατάταξη των υπαλλήλων

Με τις διατάξεις της παρ. 1 καθορίζονται τα μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) των υπαλλήλων των κατηγοριών :
- Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (Π.Ε.) με πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ημεδαπής ή ισότιμο Σχολών αλλοδαπής,
- Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Τ.Ε.) με πτυχίο ή δίπλωμα Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Τ.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμο Σχολών ημεδαπής ή αλλοδαπής,
- Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Ε.) και
- Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (Υ.Ε.)
σε δεκαεννέα (19) για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Τ.Ε. και Π.Ε. και σε δεκατρία (13) για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε. Οι υπάλληλοι των κατηγοριών Τ.Ε. και Π.Ε. εξελίσσονται σε αυτά με εισαγωγικό το Μ.Κ. 1 και καταληκτικό το Μ.Κ. 19, ενώ των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε. με εισαγωγικό το Μ.Κ. 1 και καταληκτικό το Μ.Κ. 13.

Με την παρ. 2 προβλέπεται ότι οι υπάλληλοι των κατηγοριών Τ.Ε. ή Π.Ε. χωρίς πτυχίο ή δίπλωμα Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Τ.Ε.Ι.) ή Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) αντίστοιχα, ή ισότιμο με αυτά, εξελίσσονται στα Μ.Κ. της Δ.Ε. κατηγορίας με εισαγωγικό το Μ.Κ. 2 αυτής. Στις ανωτέρω κατηγορίες υπάγονται υπάλληλοι όπως οι ΤΕ Εργοδηγών, δικαστικοί υπάλληλοι κ.λ.π. Επισημαίνεται σε κάθε περίπτωση ότι σκοπός της παρούσας διάταξης είναι η κατάταξη κάθε υπαλλήλου στην κατηγορία που αντιστοιχούν τα τυπικά του προσόντα. Συνεπώς για να καταταγεί υπάλληλος στην κατηγορία Π.Ε. ή Τ.Ε. θα πρέπει απαραιτήτως να κατέχει πτυχίο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (ΑΕΙ) ή πτυχίο ή δίπλωμα Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Τ.Ε.Ι.) αντίστοιχων ή ισότιμων με αυτά. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την περ.ζ του άρθρου 33 του κοινοποιούμενου νόμου, το εκπαιδευτικό προσωπικό της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης εξακολουθεί να κατατάσσεται στις κατηγορίες που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 12, 13 και 14 του ν. 1566/1985 (Α' 167). Ομοίως, σύμφωνα με την περ.στ του ιδίου ως άνω άρθρου, για την κατάταξη των μουσικών στα μισθολογικά κλιμάκια του νέου νόμου διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 26 του ν. 4325/2015 (Α' 47).

Με τις διατάξεις της παρ. 3 ορίζεται ότι οι κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών ετήσιας τουλάχιστον φοίτησης, για τίτλους που έχουν χορηγηθεί μετά τη λήψη του πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, προωθούνται κατά δύο (2) Μ.Κ. (4 χρόνια) στην κατηγορία που ανήκουν, ενώ οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος κατά έξι (6) Μ.Κ. (12 χρόνια).

Η κατάταξη στα προωθημένα Μ.Κ. πραγματοποιείται μόνο όταν το περιεχόμενο των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών είναι συναφές με το αντικείμενο απασχόλησης του υπαλλήλου, όπως προκύπτει από την προκήρυξη της θέσεως κατά την πλήρωση ή την περιγραφή της θέσης εργασίας από τον οργανισμό της Υπηρεσίας. Για τη συνδρομή ή όχι της προϋπόθεσης αυτής αποφαίνεται το υπηρεσιακό συμβούλιο (αρμόδιο για την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση του υπαλλήλου σύμφωνα με τον Υπαλληλικό Κώδικα) ή το αρμόδιο προς διορισμό όργανο στην περίπτωση απουσίας υπηρεσιακού συμβουλίου. Επισημαίνεται ότι επί της απόφασης αυτής δύναται να ασκηθεί ένσταση η οποία εξετάζεται από ειδική επιτροπή του Α.Σ.Ε.Π., η οποία συστήνεται με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Είναι σαφές ότι όταν οι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών αποτελούν απαραίτητο, σύμφωνα με την προκήρυξη, προσόν διορισμού, δεν απαιτείται απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου αρμοδίου οργάνου αναφορικά με τη συνάφεια. Η νέα κατάταξη και τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής ισχύουν από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης και όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών στις αρμόδιες Υπηρεσίες Διοικητικού/Προσωπικού.

Προκειμένου για κατόχους τίτλων αλλοδαπών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, η προωθημένη κατάταξη συντελείται μετά την αναγνώριση της ισοτιμίας τους προς τους μεταπτυχιακούς τίτλους που απονέμονται από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ημεδαπής, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία. Επισημαίνεται ότι, αρμόδιο για την εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας όργανο είναι ο Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.) ή κάθε άλλος επίσημος φορέας.

Οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης εξελίσσονται στα Μ.Κ. της κατηγορίας που ανήκουν με εισαγωγικό το Μ.Κ. 6. (10 χρόνια). Στην περίπτωση αυτών που αποφοίτησαν με άριστα αναγνωρίζεται ένα (1) επιπλέον έτος για τη μισθολογική τους εξέλιξη. Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος φοίτησης στη Σχολή υπολογίζεται στο σύνολο της πραγματικής υπηρεσίας του υπαλλήλου για την κατάταξη στο αντίστοιχο μισθολογικό κλιμάκιο.

Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση κατοχής πλέον του ενός των τίτλων των περιπτώσεων α και γ (δηλαδή διδακτορικό και μεταπτυχιακό ή αποφοίτηση από την ΕΣΔΔΑ και διδακτορικό ή μεταπτυχιακό), οι υπάλληλοι εξελίσσονται στα Μ.Κ. που προβλέπονται για τον ανώτερο τίτλο σπουδών.

Στην παρ. 4 προβλέπεται η μισθολογική κατάταξη των προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων, των Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης, των Συντονιστών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, καθώς και των Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. (η εν λόγω μισθολογική κατάταξη αφορά αποκλειστικά το συγκεκριμένο ελεγκτικό σώμα). Οι ανωτέρω, καθ' όλη τη διάρκεια της θητείας τους, κατατάσσονται στο καταληκτικό Μ.Κ. της κατηγορίας τους, πολλαπλασιαζόμενου του αντίστοιχου βασικού μισθού με το συντελεστή 1,2. Σε περίπτωση λήξης της θητείας των ανωτέρω, οι εν λόγω υπάλληλοι κατατάσσονται στο Μ.Κ. της κατηγορίας τους που αντιστοιχεί στα τυπικά τους προσόντα και στα έτη υπηρεσίας τους. Το ανωτέρω ποσό στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ. Π.χ. Υπάλληλος κατηγορίας Π.Ε. που έχει οριστεί προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης κατατάσσεται στο 19 Μ.Κ. της κατηγορίας του με προσαυξημένο το βασικό μισθό του 19ου Μ.Κ. (2.154 €) με το συντελεστή 1,2 (2.585 €).

Στην παρ. 5 προβλέπεται ότι οι Γενικοί Γραμματείς Υπουργείων κατατάσσονται στο καταληκτικό Μ.Κ. της Π.Ε. κατηγορίας (Μ.Κ. 19), πολλαπλασιαζόμενου του αντίστοιχου βασικού μισθού (2.154 €) με το συντελεστή 1,5. Συνεπώς ο νέος βασικός μισθός Γενικού Γραμματέα Υπουργείου ορίζεται στο ποσό των 3.231 €. Αθροιζόμενες με το προβλεπόμενο στο άρθρο 16 επίδομα θέσης ευθύνης (1.400 €) οι αποδοχές του ανέρχονται στο ποσό των 4.631 € μηνιαίως.

Οι Αναπληρωτές Γενικοί Γραμματείς και οι Ειδικοί Γραμματείς Υπουργείων κατατάσσονται στο καταληκτικό Μ.Κ. της Π.Ε. κατηγορίας (Μ.Κ. 19), πολλαπλασιαζόμενου του αντίστοιχου βασικού μισθού (2.154 €) με το συντελεστή 1,3. Συνεπώς, ο νέος βασικός μισθός Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα και Ειδικού Γραμματέα Υπουργείου ορίζεται στο ποσό των 2.800 €. Αθροιζόμενες με το επίδομα θέσης ευθύνης του άρθρου 16 (1.150 €) οι αποδοχές του ανέρχονται στο ποσό των 3.950 € μηνιαίως.

Οι υπάλληλοι της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων 1ου και 2ου βαθμού λαμβάνουν το εβδομήντα τοις εκατό (70%) και εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) αντίστοιχα του βασικού μισθού του Ειδικού Γραμματέα. Τα ανωτέρω ποσά στρογγυλοποιούνται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ. Συνεπώς ο βασικός μισθός των ανωτέρω ορίζεται στο ποσό των 1.960 € και 1.820 € αντίστοιχα.

Με τις διατάξεις της παρ. 6 καθορίζεται η μισθολογική κατάταξη των μετακλητών υπαλλήλων των γραφείων των μελών της Κυβέρνησης και των υφυπουργών. Ειδικότερα, οι Διευθυντές των πολιτικών γραφείων των μελών της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών κατατάσσονται στο καταληκτικό Μ.Κ. της Π.Ε. κατηγορίας (2.154 €).

Οι ειδικοί σύμβουλοι των Γενικών Γραμματειών του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης, της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού, των λοιπών μελών της Κυβέρνησης, των υφυπουργών, των Γενικών, Αναπληρωτών Γενικών και Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων, καθώς και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, κατατάσσονται ως εξής : οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 17 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 2.036 €, Τ.Ε. 1.917 €), οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) στο Μ.Κ. 16 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 1.977 €, Τ.Ε. 1.862 €). Οι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 15 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 1.918 €, Τ.Ε. 1.807 €). Οι λοιποί κατατάσσονται στο Μ.Κ. 13 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 1.800 €, Τ.Ε. 1.697 €).

Οι ειδικοί συνεργάτες των Γενικών Γραμματειών του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης, των λοιπών μελών της Κυβέρνησης, των υφυπουργών, των Γενικών, Αναπληρωτών Γενικών και Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων, καθώς και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, κατατάσσονται ως εξής : οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 15 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 1.918 €, Τ.Ε. 1.807 €), οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) στο Μ.Κ. 14 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 1.859 €, Τ.Ε. 1.752 €). Οι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 13 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 1.800 €, Τ.Ε. 1.697 €). Οι κάτοχοι πτυχίου ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης στο Μ.Κ. 11 της κατηγορίας τους (Π.Ε. 1.682 €, Τ.Ε. 1.587 €). Οι λοιποί κατατάσσονται στο Μ.Κ. 13 της κατηγορίας που ανήκουν (Δ.Ε. 1.578 €).

Οι λοιποί μετακλητοί κατατάσσονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 3 του ίδιου άρθρου. Δηλαδή κατατάσσονται μισθολογικά όπως και οι λοιποί υπάλληλοι.

Το προσωπικό της παρ. 12 του άρθρου 55 του π.δ. 63/2005 (ειδικό επιστημονικό προσωπικό και το προσωπικό της παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 2190/1994) εντάσσονται στα ΜΚ του άρθρου 9, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1-3.

Με τις διατάξεις της παρ. 7 ορίζεται ότι οι μηνιαίες αποδοχές των προϊσταμένων των ειδικών γραφείων της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού, είναι ίσες με αυτές των υπαλλήλων Ειδικών Θέσεων 1ου βαθμού. Δηλαδή ο βασικός μισθός τους ορίζεται στο ποσό των 1.960 € μηνιαίως, ενώ παράλληλα δικαιούνται και το επίδομα θέσης ευθύνης της υποπ. αγ της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 16 (600 €).

Με την παρ. 8 ορίζεται η μισθολογική κατάταξη των ειδικών συμβούλων, ειδικών συνεργατών και επιστημονικών συνεργατών των αιρετών των Περιφερειών της Χώρας. Ειδικότερα, οι ειδικοί σύμβουλοι κατατάσσονται στο Μ.Κ.10 της Π.Ε. κατηγορίας (1.623 €), οι ειδικοί συνεργάτες στο Μ.Κ. 9 της Π.Ε. κατηγορίας (1.564 €) και οι επιστημονικοί συνεργάτες στο Μ.Κ. 11 της Π.Ε. κατηγορίας (1.682 €).

Με τις διατάξεις της παρ. 9 ορίζεται η μισθολογική κατάταξη των ειδικών συμβούλων, ειδικών συνεργατών και επιστημονικών συνεργατών των αιρετών των Δήμων και των Συνδέσμων Δήμων. Ειδικότερα : α. Για Δήμους μέχρι 20.000 κατοίκους .
i. Ειδικοί Σύμβουλοι στο Μ.Κ. 4 της Π.Ε. κατηγορίας (1.269 €).
ii. Επιστημονικοί Συνεργάτες στο Μ.Κ. 2 της Π.Ε. κατηγορίας (1.151 €).
iii. Ειδικοί συνεργάτες στο Μ.Κ. 1 της Π.Ε. κατηγορίας (1.092 €).
β. Για Δήμους από 20.000 έως 100.000 κατοίκους .
i. Ειδικοί Σύμβουλοι στο Μ.Κ. 5 της Π.Ε. κατηγορίας (1.328 €).
ii. Επιστημονικοί Συνεργάτες στο Μ.Κ. 4 της Π.Ε. κατηγορίας (1.269 €).
iii. Ειδικοί συνεργάτες στο Μ.Κ. 2 της Π.Ε. κατηγορίας (1.151 €).
γ. Για Δήμους από 100.000 κατοίκους και άνω.
i. Ειδικοί Σύμβουλοι στο Μ.Κ. 7 της Π.Ε. κατηγορίας (1.446 €).
ii. Επιστημονικοί Συνεργάτες στο Μ.Κ. 5 της Π.Ε. κατηγορίας (1.328 €).
iii. Ειδικοί συνεργάτες στο Μ.Κ. 4 της Π.Ε. κατηγορίας (1.269 €).

Επισημαίνεται ότι ειδικοί σύμβουλοι, ειδικοί συνεργάτες ή επιστημονικοί συνεργάτες ή μετακλητοί υπάλληλοι προέδρων, αντιπροέδρων, διοικητών υποδιοικητών και των εν γένει οργάνων διοίκησης των ΝΠΔΔ ή ΝΠΙΔ εντάσσονται στις γενικές διατάξεις που ισχύουν και για τους λοιπούς υπαλλήλους των φορέων αυτών. Συνεπώς, για τη μισθολογική τους κατάταξη εφαρμογή έχουν οι διατάξεις 1 έως 3 του άρθρου 9.

Σε όλους τους ανωτέρω εφαρμογή έχουν επίσης οι διατάξεις του άρθρου 11 σχετικά με τη μισθολογική τους εξέλιξη.

Τέλος, επισημαίνεται ότι οι αριθμ. 2/16306/0022/23.2.2012 (78 ΥΟΟΔ) και 2/24378/0022/22.3.2012 (143 ΥΟΟΔ) κοινές υπουργικές αποφάσεις καταργούνται από 1-1-2016.

Με τις διατάξεις της παρ. 10 προβλέπεται η μισθολογική κατάταξη των δικηγόρων που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου (η αριθμ. 2/17132/0022/28.2.2012 κυα, ΦΕΚ 498 Β' καταργείται από 1-1-2016). Οι ως άνω δικηγόροι κατατάσσονται ως εξής : α. οι δικηγόροι στο Πρωτοδικείο στο Μ.Κ. 3 της Π.Ε. κατηγορίας (1.210 €), β. οι δικηγόροι στο Εφετείο στο Μ.Κ. 10 της Π.Ε. κατηγορίας (1.623 €) και γ. οι δικηγόροι στον Άρειο Πάγο στο Μ.Κ. 15 της Π.Ε. κατηγορίας (1.918 €). Επισημαίνεται ότι για τους ανωτέρω δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 11 , δηλαδή δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη μισθολογική εξέλιξη. Οι ως άνω δικηγόροι κατατάσσονται στα προβλεπόμενα κλιμάκια και παραμένουν σε αυτά καθ' όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας τους. Στους ανωτέρω χορηγούνται και η οικογενειακή παροχή, το επίδομα θέσης ευθύνης, το επίδομα απομακρυσμένων - παραμεθορίων περιοχών, καθώς και τυχόν προσωπική διαφορά, εφόσον τηρούνται οι οριζόμενες από τα σχετικά άρθρα του νόμου προϋποθέσεις.

Επί του άρθρου 10 Μισθολογικά κλιμάκια εισόδου στην Υπηρεσία

Με τις διατάξεις της παρ. 1 ορίζεται ότι ο διοριζόμενος υπάλληλος εισέρχεται στην Υπηρεσία με το εισαγωγικό μισθολογικό κλιμάκιο της κατηγορίας στην οποία ανήκει ή στο μισθολογικό κλιμάκιο, που προβλέπεται από τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου.

Με την παρ. 2 ορίζεται ότι, όπου από ισχύουσες ειδικές διατάξεις προβλέπεται η πλήρωση της θέσης προϊσταμένου οργανικής μονάδας με απευθείας διορισμό, απόσπαση, τοποθέτηση ή διάθεση, ο διοριζόμενος στη θέση αυτή εισέρχεται στην Υπηρεσία με το μισθολογικό κλιμάκιο της οικείας κατηγορίας και κλάδου, το οποίο αντιστοιχεί στα έτη υπηρεσίας της θέσης που καταλαμβάνει, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.

Επισημαίνεται ότι οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου αφορούν συγκεκριμένες περιπτώσεις πλήρωσης θέσης προϊσταμένου και όχι τη συνήθη διαδικασία που εφαρμόζεται στο σύνολο αυτών. Π.χ. διορισμός υπαλλήλου σε ΝΠΙΔ σε θέση διευθυντή με τριετή θητεία. Ο εν λόγω υπάλληλος θα πρέπει να καταταγεί, κατ' ελάχιστον, στο Μ.Κ. που αντιστοιχεί στα έτη που απαιτούνται για να γίνει κάποιος προϊστάμενος Διεύθυνσης, σύμφωνα με τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις του υπαλληλικού κώδικα.

Επί του άρθρου 11 Χρόνος και τρόπος μισθολογικής εξέλιξης

Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου καθορίζεται ο χρόνος και ο τρόπος της μισθολογικής εξέλιξης των υπαλλήλων. Ειδικότερα με την παρ. 1. προβλέπεται ότι για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων όλων των κατηγοριών, από κατώτερο σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, απαιτείται υπηρεσία ως εξής:
α. Για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε. υπηρεσία τριών (3) ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο.
β. Για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Τ.Ε. και Π.Ε. υπηρεσία δύο (2) ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο.

Σύμφωνα με την παρ. 2 για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων από το κατώτερο μισθολογικό κλιμάκιο στο αμέσως ανώτερο, απαιτείται να έχει συμπληρωθεί ο καθορισμένος χρόνος υπηρεσίας στο κατώτερο μισθολογικό κλιμάκιο.

Με την παρ. 3. ορίζεται ότι η μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου γίνεται με πράξη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου, που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Με τις διατάξεις της παρ. 4. ορίζεται η προϋπηρεσία, που αναγνωρίζεται για την εξέλιξη των υπαλλήλων στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 9. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 26, κατά την πρώτη εφαρμογή του νέου νόμου, η μισθολογική κατάταξη των υπηρετούντων υπαλλήλων πραγματοποιείται σύμφωνα με τα τυπικά τους προσόντα, το χρόνο υπηρεσίας στο φορέα που υπηρετούν, καθώς και το χρόνο υπηρεσίας που έχει αναγνωριστεί από το φορέα αυτόν μέχρι και στις 31-12-2015. Μετά την αρχική κατάταξη των υπαλλήλων αυτών, αλλά και στις περιπτώσεις υπαλλήλων που διορίζονται μετά την 1-1-2016, είναι δυνατή η αναγνώριση προϋπηρεσίας (ανεξαρτήτως του τυπικού προσόντος με το οποίο διανύθηκε) που έχει προσφερθεί σε φορείς που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 7 (Δημόσιο, ΟΤΑ, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ και ΔΕΚΟ κεφ. Α' του ν. 3429/2005) των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σχέση εξαρτημένης εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου (αποκλειομένων σε κάθε περίπτωση των συμβάσεων μίσθωσης έργου). Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που χρόνος αργίας, διαθεσιμότητας, άνευ αποδοχών κ.λ.π. δεν αναγνωρίζεται για τη βαθμολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, σύμφωνα πάντα με τις διατάξεις του υπαλληλικού κώδικα, δεν αναγνωρίζεται ούτε και για τη μισθολογική του εξέλιξη.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγνώριση των ανωτέρω προϋπηρεσιών, είναι να μην έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για τη χορήγηση καμίας άλλης οικονομικής παροχής (καταβολή αποζημίωσης) ή αναγνώρισης συνταξιοδοτικού δικαιώματος.

Η αναγνώριση των ανωτέρω προϋπηρεσιών πραγματοποιείται με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου αρμοδίου οργάνου και τα οικονομικά αποτελέσματα ισχύουν από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης και όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών στις αρμόδιες Υπηρεσίες Διοικητικού/Προσωπικού. Ειδικότερα, η προϋπηρεσία για την αναγνώριση μισθολογικής εξέλιξης αποδεικνύεται, πέρα από την προσκόμιση των σχετικών ενσήμων και από πιστοποιητικά των αρμόδιων Υπηρεσιών, που έχουν εκδοθεί με βάση τα επίσημα στοιχεία και στα οποία θα πρέπει να αναφέρονται :
• οι αποφάσεις πρόσληψης και απόλυσης,
• η ιδιότητα με την οποία υπηρέτησαν,
• η σχέση εργασίας,
• το ωράριο εργασίας (πλήρες ή μειωμένο), καθώς και
• η διάρκεια των προϋπηρεσιών αυτών.

Για υπηρεσίες που παρέχονται με μειωμένο ωράριο εργασίας, αναγνωρίζεται για μισθολογική εξέλιξη τόσος χρόνος, όσος προκύπτει από το πηλίκο της διαιρέσεως του συνόλου των ωρών εργασίας δια του αριθμού των ωρών εβδομαδιαίας απασχόλησης που ισχύει για τον αντίστοιχο κλάδο υπαλλήλων. Για τον υπολογισμό της αναγνωριζόμενης κατά τα προαναφερθέντα υπηρεσίας το έτος λογίζεται ως τριακόσιες ημέρες, ο μήνας λογίζεται ως είκοσι πέντε ημέρες και η εβδομάδα ως έξι ημέρες εργασίας.

Επί του Άρθρου 12 Προωθημένη μισθολογική εξέλιξη

Με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται ότι υπάλληλοι όλων των κατηγοριών, οι οποίοι, σύμφωνα με τις σχετικές περί αξιολόγησης των υπαλλήλων διατάξεις, βαθμολογούνται με άριστα κατά μέσο όρο σε τρεις (3) συνεχόμενες ετήσιες αξιολογήσεις, δύνανται να εξελίσσονται ταχύτερα στη μισθολογική κλίμακα της κατηγορίας τους, λαμβάνοντας ένα επιπλέον μισθολογικό κλιμάκιο.

Με τις διατάξεις της παρ. 2 ορίζεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, μετά από πρόταση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης, καθορίζονται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις της προωθημένης μισθολογικής εξέλιξης η οποία χορηγείται σε τακτά χρονικά διαστήματα τα οποία απέχουν μεταξύ τους τουλάχιστον τρία έτη. Με την ίδια ή όμοια απόφαση καθορίζεται το ποσοστό επί του αριθμού των υπαλλήλων, το οποίο θα κυμαίνεται μεταξύ του 5% και 15% του συνολικού αριθμού των υπαλλήλων που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου, λαμβανομένης υπόψη της εκάστοτε δημοσιονομικής συγκυρίας.

Με τις διατάξεις της παρ. 3 στις περιπτώσεις που ο υπάλληλος κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, βαθμολογείται ως ανεπαρκής ή ακατάλληλος για την υπηρεσία, διερευνάται η δυνατότητα εφοδιασμού του με επιπλέον κίνητρα διαρκούς επιμόρφωσης ή άλλων δράσεων. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, μετά από τρεις (3) ετήσιες συνεχόμενες αξιολογήσεις, δύναται να αναστέλλεται η αυτόματη μισθολογική του εξέλιξη. Η ως άνω αναστολή έχει μέγιστη διάρκεια έως ένα (1) έτος. Η σχετική απόφαση αναστολής θα πρέπει να είναι πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη, ενώ θα υπόκειται σε ένσταση, που θα εξετάζεται από το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο.

Με τις διατάξεις της παρ. 4 προβλέπεται ότι οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για όλους τους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου και εφαρμόζουν τις σχετικές περί αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις. Εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων προβλέπεται και στους φορείς που εφαρμόζουν ανάλογες διατάξεις για την αξιολόγηση του
προσωπικού τους.

Οι διατάξεις του άρθρου αυτού θα εφαρμοστούν από 01.01.2018. Κατά την πρώτη εφαρμογή τους θα ληφθούν υπόψη οι ετήσιες αξιολογήσεις των δύο προηγούμενων ετών, με την προϋπόθεση της πλήρους εφαρμογής των προβλεπόμενων περί της αξιολόγησης σχετικών διατάξεων.

Επί του άρθρου 13
Ορισμός αποδοχών

Με τις διατάξεις του άρθρου 13 ορίζονται οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές του υπαλλήλου, οι οποίες αποτελούνται από το βασικό μισθό, τα επιδόματα και τις παροχές των άρθρων 15 (οικογενειακή παροχή), 16 (επίδομα θέσης ευθύνης), 1 7 (αμοιβή συνδεόμενη με την περιγραφή και αξιολόγηση της θέσης εργασίας), 18 (επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας) και 1 9 (επίδομα απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών) σύμφωνα με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους, καθώς και την προσωπική διαφορά του άρθρου 27. Διευκρινίζεται ότι η αποζημίωση για υπερωριακή απασχόληση ή η αποζημίωση για συμμετοχή σε συλλογικά όργανα (επιτροπές, ομάδες εργασίας κ.λ.π.) ανήκουν στις πρόσθετες αποδοχές του υπαλλήλου, οι οποίες όμως σε κάθε περίπτωση συνυπολογίζονται για το ανώτατο όριο αποδοχών, τόσο της παρ. 2 του άρθρου 104 του Συντάγματος, όσο και του άρθρου 28 του κοινοποιούμενου νόμου.

Επί του άρθρου 14 Βασικός Μισθός

Με την παρ. 1 ο μηνιαίος βασικός μισθός του Μ.Κ. 1 της Υ.Ε. κατηγορίας ορίζεται σε επτακόσια ογδόντα (780 €) ευρώ.

Ο μηνιαίος βασικός μισθός των λοιπών Μ.Κ. της κατηγορίας αυτής διαμορφώνεται με πρόσθεση στο αμέσως προηγούμενο Μ.Κ. του ποσού που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του ανωτέρω εισαγωγικού βασικού μισθού (780 €) με το συντελεστή 0,0551. Το προστιθέμενο ποσό στρογγυλοποιείται στο πλησιέστερο ευρώ.

Με την παρ. 2 ορίζεται ότι οι βασικοί μισθοί των Μ.Κ. 1 των κατηγοριών Δ.Ε., Τ.Ε. και Π.Ε. προσδιορίζονται με βάση το βασικό μισθό του Μ.Κ. 1 της Υ.Ε. κατηγορίας (780 €), πολλαπλασιαζόμενο με τους παρακάτω συντελεστές, στρογγυλοποιούμενοι στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ:

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ

ΔΕ.1,10

Τ.Ε.1,33

                  Π.Ε.1,40



Ο μηνιαίος βασικός μισθός των λοιπών Μ.Κ. των ως άνω κατηγοριών διαμορφώνεται με πρόσθεση στο αμέσως προηγούμενο Μ.Κ. του ποσού που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του ποσού των 780 € με τους ως άνω συντελεστές και στη συνέχεια με το συντελεστή 0,0699 για τη Δ.Ε. κατηγορία, 0,0530 για τη Τ.Ε. κατηγορία και 0,0540 για την Π.Ε. κατηγορία. Το προστιθέμενο ποσό στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ.

Παρατίθενται πίνακες με όλους τους νέους βασικούς μισθούς των υπαλλήλων όλων των κατηγοριών.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1

ΕΤΗ

ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΑ ΚΛΙΜΑΚΙΑ

ΠΕ

ΤΕ

0-2

ΜΚ1

1092

1037

2-4

ΜΚ2

1151

1092

4-6

ΜΚ3

1210

1147

6-8

ΜΚ4

1269

1202

8-10

ΜΚ5

1328

1257

10-12

ΜΚ6

1387

1312

12-14

ΜΚ7

1446

1367

14-16

ΜΚ8

1505

1422

16-18

ΜΚ9

1564

1477

18-20

ΜΚ10

1623

1532

20-22

ΜΚ11

1682

1587

22-24

ΜΚ12

1741

1642

24-26

ΜΚ13

1800

1697

26-28

ΜΚ14

1859

1752

28-30

ΜΚ15

1918

1807

30-32

ΜΚ16

1977

1862

32-34

ΜΚ17

2036

1917

34-36

ΜΚ18

2095

1972

36-38

ΜΚ19

2154

2027


ΠΙΝΑΚΑΣ 2

ΕΤΗ

ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΑ ΚΛΙΜΑΚΙΑ

ΔΕ

ΥΕ

0-3

ΜΚ1

858

780

3-6

ΜΚ2

918

823

6-9

ΜΚ3

978

866

9-12

ΜΚ4

1038

909

12-15

ΜΚ5

1098

952

15-18

ΜΚ6

1158

995

18-21

ΜΚ7

1218

1038

21-24

ΜΚ8

1278

1081

24-27

ΜΚ9

1338

1124

27-30

ΜΚ10

1398

1167

30-33

ΜΚ11

1458

1210

33-36

ΜΚ12

1518

1253

36-39

ΜΚ13

1578

1296



Επί του άρθρου 15
Οικογενειακή παροχή

Με τις διατάξεις της παρ. 1 ορίζεται ότι για την ενίσχυση της οικογένειας των υπαλλήλων, που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος νόμου, χορηγείται μηνιαία οικογενειακή παροχή, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση των υπαλλήλων, ως εξής:

Για υπάλληλο με τέκνα ανήλικα ή ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον, η παροχή ορίζεται σε :
πενήντα (50) ευρώ για ένα τέκνο,
εβδομήντα (70) ευρώ συνολικά για δύο τέκνα,
εκατόν είκοσι (120) ευρώ συνολικά για τρία τέκνα,
εκατόν εβδομήντα (170) ευρώ συνολικά για τέσσερα τέκνα και επιπλέον
εβδομήντα (70) ευρώ για κάθε επιπλέον τέκνο.

Πίνακας οικογενειακής παροχής


ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ

ΠΟΣΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΕ €

Υπάλληλος με 1 παιδί

50

Υπάλληλος με 2 παιδιά

70 συνολικά

Υπάλληλος με 3 παιδιά

120 »»

Υπάλληλος με 4 παιδιά

170 »»

Υπάλληλος με 5 παιδιά

240 »» (170+70)

Υπάλληλος με 6 παιδιά

310 »» (240+70)


Η κατά τα ανωτέρω παροχή χορηγείται για τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 19ο έτος, εφόσον φοιτούν στη Μέση Εκπαίδευση. Η εν λόγω παροχή χορηγείται ανεξαρτήτως του εάν οι γονείς τελούν σε διάσταση, διάζευξη ή χηρεία.

Η ανωτέρω παροχή δεν καταβάλλεται στους έγγαμους, διαζευγμένους ή εν χηρεία υπαλλήλους οι οποίοι όμως δεν έχουν αποκτήσει τέκνα, ή τα τέκνα αυτά έχουν ενηλικιωθεί ή περατώσει τις σπουδές τους ή σε κάθε περίπτωση έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους, με εξαίρεση τους έγγαμους υπαλλήλους που έχουν τέκνα ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον.

Η διαπίστωση των προϋποθέσεων χορήγησης της οικογενειακής παροχής καθώς και οποιαδήποτε μεταβολή στον αριθμό των τέκνων που αυξάνουν την παροχή αυτή γίνεται με υπεύθυνη δήλωση του υπαλλήλου που υποβάλλεται στον εκκαθαριστή των αποδοχών του, μαζί με τα συνημμένα δικαιολογητικά (π.χ. ληξιαρχική πράξη γέννησης κ.λ.π.). Εξυπακούεται ότι όσα από τα ανωτέρω στοιχεία έχουν ήδη προσκομιστεί κατά καιρούς από τους υπαλλήλους, δεν απαιτείται η επανυποβολή τους.

Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση ενηλικίωσης του πρώτου τέκνου, ή διακοπής για οποιονδήποτε άλλο λόγο της παροχής για αυτό, το δεύτερο τέκνο λαμβάνει τη θέση του πρώτου και το ίδιο ισχύει και για τη θέση των λοιπών τέκνων. Π.χ. Έστω υπάλληλος με δύο παιδιά εκ των οποίων το πρώτο κατά σειρά γέννησης έχει ενηλικιωθεί και δεν δικαιούται ο υπάλληλος οικογενειακή παροχή για το τέκνο αυτό. Ο υπάλληλος θα λάβει οικογενειακή παροχή 50 € μόνο για το ένα τέκνο.

Με την παρ. 2 προβλέπεται ειδικά, για τέκνα που φοιτούν στην ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση (ΑΕΙ, ΑΣΕΙ, ΤΕΙ εσωτερικού και εξωτερικού, σχολές αναγνωρισμένες από τους επίσημους κρατικούς φορείς), καθώς και σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.) δημόσια και ιδιωτικά, η παροχή να δίδεται μόνο κατά τη διάρκεια του ελάχιστου αριθμού των αναγκαίων για την απονομή των τίτλων σπουδών εξαμήνων (δηλαδή λαμβάνεται υπόψη ο κανόνας ν και όχι αυτός του ν+2), που προβλέπεται από τον οργανισμό κάθε Σχολής και σε καμιά περίπτωση πέρα από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους.

Επισημαίνεται ότι για τα παιδιά που φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές του εξωτερικού, κατά το προπαρασκευαστικό στάδιο εκμάθησης της ξένης γλώσσας δεν καταβάλλεται η οικογενειακή παροχή.

Στις περιπτώσεις που συμπίπτει ο χρόνος της κανονικής φοίτησης σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές ή σε Ι.Ε.Κ. με τη στρατιωτική θητεία του παιδιού, η καταβολή της οικογενειακής παροχής δεν διακόπτεται.

Με την παρ. 3 προβλέπεται ότι για τη διακοπή της παροχής, λόγω συμπλήρωσης των ανωτέρω κατά περίπτωση ορίων, ως ημέρα γέννησης των παιδιών θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησής τους και προκειμένου περί φοιτητών ή σπουδαστών, η λήξη του ακαδημαϊκού ή σπουδαστικού έτους.

Στην περίπτωση αναπηρίας (σωματικής ή πνευματικής) για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος, η οικογενειακή παροχή καταβάλλεται επ' αόριστον, ανεξάρτητα αν στην οικογένεια ή στο παιδί χορηγείται παροχή ή βοήθημα από οποιοδήποτε Δημόσιο Οργανισμό, όπως Πρόνοια κ.λ.π.

Με την παρ. 4 ορίζεται ρητά ότι οι Γενικοί Γραμματείς Υπουργείων δεν δικαιούνται την οικογενειακή παροχή του παρόντος άρθρου, δεδομένου ότι οι αποδοχές τους (βασικός μισθός και επίδομα θέσης ευθύνης) συνιστούν το ανώτατο όριο αποδοχών του άρθρου 28 και συνεπώς δεν είναι δυνατή η καταβολή άλλης παροχής ή αποζημίωσης που να υπερβαίνει αυτό το όριο.

Επί του άρθρου 16
Επίδομα Θέσης Ευθύνης

Με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται η καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης στους προϊσταμένους οργανικών μονάδων, οι οποίες προβλέπονται από τους οικείους οργανισμούς των υπηρεσιών. Το συγκεκριμένο επίδομα καταβάλλεται μόνο για όσο χρόνο οι εν λόγω υπάλληλοι ασκούν τα συγκεκριμένα καθήκοντα. Το μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης ορίζεται, κατά βαθμίδα θέσης, ως εξής:
α) Προϊστάμενοι Διοίκησης:
αα) Γενικοί Γραμματείς Υπουργείου, χίλια τετρακόσια (1.400) ευρώ.
αβ) Αναπληρωτές Γενικοί Γραμματείς Υπουργείου και Ειδικοί Γραμματείς Υπουργείου, χίλια εκατόν πενήντα (1.150) ευρώ.
αγ) Υπάλληλοι της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων 1ου και 2ου βαθμού, εξακόσια (600) και πεντακόσια πενήντα (550) ευρώ αντίστοιχα.
αδ) Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων και Συντονιστές Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, χίλια (1.000) ευρώ.
αε) Προϊστάμενοι Διευθύνσεων και Προϊστάμενοι των πολιτικών γραφείων των μελών της κυβέρνησης και των υφυπουργών, τετρακόσια πενήντα (450) ευρώ.
αστ) Προϊστάμενοι Υποδιευθύνσεων, τριακόσια πενήντα (350) ευρώ.
αζ) Προϊστάμενοι Τμημάτων, διακόσια ενενήντα (290) ευρώ.
β) Προϊστάμενοι Εκπαίδευσης:
βα) Περιφερειακοί Διευθυντές εννιακόσια (900) ευρώ.
ββ) Προϊστάμενοι Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, πεντακόσια πενήντα (550) ευρώ.
βγ) Προϊστάμενοι Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης των Περιφερειακών Διευθύνσεων Εκπαίδευσης, τετρακόσια πενήντα (450) ευρώ.
βδ) Διευθυντές Ενιαίων Λυκείων, Επαγγελματικών Λυκείων, ΚΕ.Δ.Δ.Υ και Ε.Ε.Ε.Ε.Κ. και προϊστάμενοι Γραφείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, τριακόσια (300) ευρώ και εφόσον τα σχολεία διαθέτουν τουλάχιστον έξι (6) τμήματα, τριακόσια πενήντα (350) ευρώ.
βε) Σχολικοί Σύμβουλοι προσχολικής αγωγής, δημοτικής εκπαίδευσης, ειδικής αγωγής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τριακόσια (300) ευρώ.
βστ) Διευθυντές Γυμνασίων, Επαγγελματικών Σχολών, Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας (Σ.Δ.Ε.), Δημοσίων Ι.Ε.Κ., Τετραθέσιων και άνω Δημοτικών Σχολείων και Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Εφόσον τα σχολεία διαθέτουν τουλάχιστον εννέα (9) τμήματα τριακόσια (300) ευρώ.
βζ) Υποδιευθυντές Σχολικών Μονάδων και Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, Υπεύθυνοι Τομέων Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, Προϊστάμενοι Τμημάτων Εκπαιδευτικών Θεμάτων των Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Υπεύθυνοι Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, εκατόν πενήντα (150) ευρώ.
βη) Προϊστάμενοι Μονοθέσιων, Διθέσιων και Τριθέσιων Δημοτικών Σχολείων, Νηπιαγωγείων και Παιδικών Σταθμών (ανεξαρτήτως του επιπέδου με το οποίο λειτουργούν), εκατό (100) ευρώ.
γ) Οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων της Ιατρικής και Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των Νοσοκομείων, διακόσια πενήντα (250) ευρώ.

Με την παρ. 2 προβλέπεται ότι, σε περίπτωση που οι δικαιούχοι του εν λόγω επιδόματος απουσιάζουν προσωρινά από τα καθήκοντά τους, κατά τη διάρκεια θεσμοθετημένων αδειών, πλην της κανονικής, για συνεχόμενο χρονικό διάστημα άνω του ενός (1) μήνα, το επίδομα θέσης ευθύνης καταβάλλεται στον υπάλληλο που ασκεί νόμιμα χρέη αναπληρωτή, μέχρι την οριστική επιστροφή του δικαιούχου στα καθήκοντά του. Π.χ. υπάλληλος ο οποίος λαμβάνει άδεια ανατροφής τέκνου μεγαλύτερη του μηνός, για τον πρώτο μήνα της απουσίας του εξακολουθεί να λαμβάνει το επίδομα θέσης ευθύνης. Για το υπόλοιπο όμως χρονικό διάστημα αυτό καταβάλλεται στο νόμιμο αναπληρωτή του και μέχρι την ημερομηνία της οριστικής επιστροφής του στα καθήκοντά του με τη λήξη της συγκεκριμένης άδειας που έχει λάβει.

Με την παρ. 3 προβλέπεται ότι στην περίπτωση κένωσης ή σύστασης θέσης προϊσταμένου οργανικής μονάδας το ως άνω επίδομα καταβάλλεται στο νόμιμο αναπληρωτή, από την έναρξη της αναπλήρωσης και για όσο διάστημα διαρκεί αυτή.

Με την παρ. 4 προβλέπεται ότι στην περίπτωση συρροής αξιώσεων για λήψη του επιδόματος από δύο βαθμίδες καταβάλλεται μόνο το ποσό που αντιστοιχεί στην ανώτερη βαθμίδα.

Τέλος, με την παρ. 5 ορίζεται ότι για τους υπαλλήλους των Ν.Π.Ι.Δ. και των Δ.Ε.Κ.Ο. του κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005, οι οποίοι κατέχουν θέση ευθύνης που δεν αντιστοιχεί στα ανωτέρω οριζόμενα (π.χ. προϊστάμενοι Τομέων κ.λ.π), εκδίδεται απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του αρμόδιου Υπουργού, με την οποία οι εκάστοτε θέσεις ευθύνης, σύμφωνα με τον οργανισμό του φορέα, αντιστοιχίζονται με τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις της παραγράφου 1. Μέχρι την έκδοση της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης δεν είναι δυνατή η καταβολή του συγκεκριμένου επιδόματος.

Επί του άρθρου 17
Αμοιβή συνδεόμενη με την περιγραφή και αξιολόγηση θέσεων εργασίας

Με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης αμοιβής η οποία συνδέεται με την περιγραφή και αξιολόγηση των θέσεων εργασίας (job based remuneration). Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση της εν λόγω αποζημίωσης είναι η αναλυτική περιγραφή, βαθμολόγηση και αξιολόγηση των θέσεων εργασίας του κάθε φορέα, κατ' εφαρμογή των οικείων διατάξεων. (job description - evaluation).

Επισημαίνεται ότι κάθε φορέας σε συνεργασία με το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης θα πρέπει να προβεί στην περιγραφή και αξιολόγηση των θέσεων εργασίας του, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία. Με το πέρας της διαδικασίας αυτής και λαμβανομένων υπόψη των δημοσιονομικών δυνατοτήτων τόσο του φορέα όσο και του κρατικού προϋπολογισμού εν γένει, είναι η δυνατή η έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης της επόμενης παραγράφου για τον καθορισμό της ως άνω αμοιβής.

Με τις διατάξεις της παρ. 2 προβλέπεται ότι το ύψος της αμοιβής της προηγούμενης παραγράφου, η οποία συμψηφίζεται με την τυχόν προσωπική διαφορά του άρθρου 27 του κοινοποιούμενου νόμου, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησής της καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.

Επί του άρθρου 18
Επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, όπως τροποποιήθηκε με τις όμοιες του άρθρου 54 του ν. 4384/2016 (Α' 78), προβλέπεται ότι το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 4024/2011 εξακολουθεί να καταβάλλεται στο ίδιο ύψος με τους ίδιους όρους και τις ίδιες προϋποθέσεις στους δικαιούχους που έχουν οριστεί με τις υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων, καθώς και αυτών του άρθρου 67 του ν. 4235/2014 (Α' 32) χωρίς να προβλέπεται νέα εξουσιοδότηση για την έκδοση νέων υπουργικών αποφάσεων. Στην περίπτωση πλήρους απαλλαγής του υπαλλήλου από τα καθήκοντα ή την εργασία του για συνδικαλιστικούς λόγους, το συγκεκριμένο επίδομα παύει να καταβάλλεται.

Επισημαίνεται ότι η αλλαγή των όρων και των προϋποθέσεων χορήγησης του εν λόγω επιδόματος ισχύουν από 26-4-2016, ημερομηνία δημοσίευσης των διατάξεων του άρθρου 54 του ν. 4384/2016. Μέχρι την ημερομηνία αυτή ίσχυαν τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σχετική εγκύκλιό μας, δηλ. το επίδομα αυτό καταβαλλόταν μόνο για όσο διάστημα οι υπάλληλοι τελούσαν σε κανονική άδεια καθώς και σε βραχυχρόνια αναρρωτική άδεια έως έξι (6) ημέρες κατ' έτος.

Τέλος επισημαίνεται η ρητή δέσμευση περί της επικείμενης ευθυγράμμισης του καθεστώτος χορήγησης του εν λόγω επιδόματος με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή νομοθεσία μέχρι τις 31-12-2017.

Επί του άρθρου 19
Επίδομα Απομακρυσμένων - Παραμεθορίων Περιοχών

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ορίζεται ότι το επίδομα των απομακρυσμένων - παραμεθορίων περιοχών της παρ.2 του άρθρου 15 του ν.4024/2011 εξακολουθεί να καταβάλλεται στο ίδιο ύψος (100 € μηνιαίως) και με τις ίδιες προϋποθέσεις στους δικαιούχους που προέβλεπε η διάταξη της παρ.2 του άρθρου 30 του ίδιου ως άνω νόμου.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών η οποία θα εκδοθεί μέχρι την 31.03.2016 θα καθορισθούν εκ νέου οι περιοχές που δικαιολογούν τη χορήγηση του ως άνω επιδόματος με κριτήριο τη δυσκολία πρόσβασης σε αυτές, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της νησιωτικότητας και της ορεινότητας των περιοχών.

Επισημαίνεται ότι η ως άνω προθεσμία είναι ενδεικτική. Επομένως οι Υπηρεσίες εκκαθάρισης των αποδοχών εξακολουθούν να καταβάλλουν στους δικαιούχους υπαλλήλους το συγκεκριμένο επίδομα και μετά την 31-3-2016. Σε κάθε περίπτωση η σχετική κ.υ.α. θα εκδοθεί μέχρι τις 31-10-2016.

Άρθρο 20
Αποζημίωση για εργασία καθ' υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου - Αποζημίωση για εργασία προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού ωραρίου

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ορίζεται το ύψος και ο τρόπος αποζημίωσης για εργασία τόσο καθ' υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου των υπαλλήλων, όσο και για εργασία προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού εβδομαδιαίου.

Ειδικότερα :

Α. Αποζημίωση για εργασία καθ' υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου.

1. Η καθιέρωση με αποζημίωση εργασίας καθ' υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου των υπαλλήλων, επιτρέπεται μόνο για την αντιμετώπιση εποχικών, έκτακτων ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών.
Η υπερωριακή απασχόληση του προσωπικού εγκρίνεται με απόφαση του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, στην οποία αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που δικαιολογούν την ανωτέρω υπερωριακή εργασία. Στην εν λόγω απόφαση δεν απαιτείται η σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών, όπως προβλέπεται από τις ρυθμίσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 77 του ν. 4270/2014 (Α' 143).

Για το προσωπικό των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων η απόφαση καθιέρωσης υπερωριακής εργασίας εκδίδεται από το Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

Για τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού η απόφαση καθιέρωσης υπερωριακής εργασίας εκδίδεται από το Δήμαρχο ή τον Περιφερειάρχη, αντίστοιχα ή το εξουσιοδοτημένο από αυτούς όργανο.

Για το προσωπικό των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ν.Π.Ι.Δ. η απόφαση καθιέρωσης υπερωριακής εργασίας εκδίδεται από το Διοικητικό Συμβούλιο ή το όργανο διοίκησης ή το εξουσιοδοτημένο από αυτό όργανο.

Για το προσωπικό των Ανεξάρτητων Διοικητικών αρχών (Α.Δ.Α.) αρμόδιος για την έκδοση απόφασης καθιέρωσης υπερωριακής εργασίας του προσωπικού είναι ο Πρόεδρος ή το εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο.

Στις αποφάσεις αυτές καθορίζεται ο αριθμός των υπαλλήλων, το χρονικό διάστημα και οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής τους μέσα στα όρια των πιστώσεων του Προϋπολογισμού τους, μη επιτρεπομένης της επιβάρυνσης του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.

Οι ανωτέρω αποφάσεις δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ισχύουν από τη δημοσίευσή τους. Επισημαίνεται ότι ακόμη και εάν έχει παρασχεθεί υπερωριακή εργασία εκ μέρους των υπαλλήλων πριν από τη δημοσίευση των ανωτέρω αποφάσεων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αυτή δεν μπορεί να αποζημιωθεί.

Αύξηση των συνολικών αρχικών πιστώσεων του Προϋπολογισμού για υπερωριακή εργασία και εργασία κατά τις νυχτερινές ώρες ή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες είναι δυνατή μόνο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από αιτιολογημένη πρόταση του διατάκτη, με εξαίρεση τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού.

2. Οι ώρες της απασχόλησης καθ' υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου ορίζονται ανά εξάμηνο, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα αυξομείωσης μεταξύ των δύο εξαμήνων μέσα στο έτος, ως εξής :
α. Απογευματινή Υπερωριακή εργασία
Για απογευματινή υπερωριακή εργασία μέχρι εκατόν είκοσι (120) ανά υπάλληλο.
Για τα πληρώματα ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β. οι ως άνω ώρες ορίζονται μέχρι διακόσιες (200)
ανά υπάλληλο.
β. Υπερωριακή εργασία κατά τις νυχτερινές ώρες ή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες. Για υπερωριακή εργασία κατά τις νυχτερινές ώρες ή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, για υπαλλήλους που ανήκουν σε υπηρεσίες που λειτουργούν είτε βάσει διάταξης νόμου είτε με απόφαση κατ' εξουσιοδότηση σχετικής διάταξης όλες τις ημέρες του μήνα ή σε δωδεκάωρη ή εικοσιτετράωρη βάση, μέχρι ενενήντα έξι (96) ώρες για τις νυκτερινές και μέχρι ενενήντα έξι (96) ώρες για τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, ανά υπάλληλο.
Για το προσωπικό των Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού που ανήκει σε υπηρεσίες καθαριότητας, οι οποίες λειτουργούν, βάσει νόμου, σε εικοσιτετράωρη βάση, οι ως άνω ώρες ορίζονται μέχρι
εκατόν ογδόντα (180) αντίστοιχα ανά υπάλληλο.

3. Η ωριαία αποζημίωση υπερωριακής εργασίας των υπαλλήλων που απασχολούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω παραγράφων ορίζεται ως εξής:
α) Για υπερωριακή εργασία απογευματινών ωρών και μέχρι την 22η ώρα, ίση με το ωρομίσθιο (βλ. σχετικό πίνακα).
β) Για νυκτερινή εργασία εργάσιμων ημερών που παρέχεται από την 22η ώρα μέχρι την 6η πρωινή, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά τριάντα τοις εκατό (30%) (βλ. σχετικό πίνακα).
γ) Για εργασία ημερήσια ή νυκτερινή, που παρέχεται Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες:
αα) Από την 6η πρωινή μέχρι την 22η ώρα, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά σαράντα τοις εκατό (40%) (βλ. σχετικό πίνακα).
ββ) Από την 22η ώρα μέχρι την 6η πρωινή, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά σαράντα πέντε τοις εκατό (45%) (βλ. σχετικό πίνακα).

Το ωρομίσθιο ορίζεται στο ένα διακοσιοστό ογδοηκοστό (1/280) του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου της εκπαιδευτικής κατηγορίας του κάθε υπαλλήλου. Το ίδιο ωρομίσθιο ισχύει και για υπαλλήλους, που δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, οι οποίοι αποσπώνται σε υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α.. Ο υπολογισμός πραγματοποιείται με βάση το μισθολογικό κλιμάκιο που αντιστοιχεί στα έτη υπηρεσίας τους, σε συνάρτηση με τα τυπικά τους προσόντα.

Δεν επιτρέπεται η καταβολή υπερωριακής αποζημίωσης στους Γενικούς και στους Αναπληρωτές Γενικούς Γραμματείς Υπουργείου, καθώς και στους Ειδικούς Γραμματείς Υπουργείου.

Επιτρέπεται η καταβολή υπερωριακής αποζημίωσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. Α1, 2 και 3, στους ειδικούς συμβούλους, ειδικούς συνεργάτες και επιστημονικούς συνεργάτες των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού.

Β. Αποζημίωση για εργασία προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού ωραρίου.

Επιτρέπεται η καθιέρωση εργασίας με αποζημίωση κατά τις νυχτερινές ώρες ή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, προς συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας, για υπαλλήλους που ανήκουν σε υπηρεσίες που λειτουργούν, βάσει νόμου, είτε όλες τις ημέρες του μήνα είτε σε δωδεκάωρη ή εικοσιτετράωρη βάση, με τη διαδικασία και προϋποθέσεις της παραγράφου Α1 του παρόντος.

Η ωριαία αποζημίωση των υπαλλήλων που απασχολούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ορίζεται ως εξής:
α) Για εργασία νυκτερινή εργάσιμων ημερών ίση με το σαράντα τοις εκατό (40%) του ωρομισθίου. β) Για εργασία ημερήσια ή νυκτερινή, που παρέχεται Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες ίση με το εξήντα τοις εκατό (60%) του ωρομισθίου.

Ακολουθούν Πίνακες με τα ωρομίσθια που προβλέπονται σύμφωνα με τα ανωτέρω :


ΠΙΝΑΚΑΣ 3 ΩΡΟΜΙΣΘΙΟ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ που δεν λειτουργούν σε 12ωρη ή 24ωρη βάση

Μ.Κ.

Β. Μ. Κλιμακίου

Ωρομίσθιο Κλιμακίου

Για Υπερωριακή απογευματινή εργασία μέχρι 22η ώρα

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΥΕ

1

780

2,79

2,79

2

823

2,94

2,94

3

866

3,09

3,09

4

909

3,25

3,25

5

952

3,40

3,40

6

995

3,55

3,55

7

1038

3,71

3,71

8

1081

3,86

3,86

9

1124

4,01

4,01

10

1167

4,17

4,17

11

1210

4,32

4,32

12

1253

4,48

4,48

13

1296

4,63

4,63

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΔΕ

1

858

3,06

3,06

2

918

3,28

3,28

3

978

3,49

3,49

4

1038

3,71

3,71

5

1098

3,92

3,92

6

1158

4,14

4,14

7

1218

4,35

4,35

8

1278

4,56

4,56

9

1338

4,78

4,78

10

1398

4,99

4,99

11

1458

5,21

5,21

12

1518

5,42

5,42

13

1578

5,64

5,64

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΕ

1

1037

3,70

3,70

2

1092

3,90

3,90

3

1147

4,10

4,10

4

1202

4,29

4,29

5

1257

4,49

4,49

6

1312

4,69

4,69

7

1367

4,88

4,88

8

1422

5,08

5,08

9

1477

5,28

5,28

10

1532

5,47

5,47

11

1587

5,67

5,67

12

1642

5,86

5,86

13

1697

6,06

6,06

14

1752

6,26

6,26

15

1807

6,45

6,45

16

1862

6,65

6,65

17

1917

6,85

6,85

18

1972

7,04

7,04

19

2027

7,24

7,24

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ

1

1092

3,90

3,90

2

1151

4,11

4,11

3

1210

4,32

4,32

4

1269

4,53

4,53

5

1328

4,74

4,74

6

1387

4,95

4,95

7

1446

5,16

5,16

8

1505

5,38

5,38

9

1564

5,59

5,59

10

1623

5,80

5,80

11

1682

6,01

6,01

12

1741

6,22

6,22

13

1800

6,43

6,43

14

1859

6,64

6,64

15

1918

6,85

6,85

16

1977

7,06

7,06

17

2036

7,27

7,27

18

2095

7,48

7,48

19

2154

7,69

7,69

ΓΕΝ. Δ/ΝΤΗΣ

2585

9,23

9,23









Γ. Ειδικές περιπτώσεις.

1. Για το εκπαιδευτικό προσωπικό της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την ανάθεση διδασκαλίας του μαθήματος της ειδικότητάς του, προαιρετικής ή υποχρεωτικής (επιμίσθιο), η ωριαία αμοιβή ορίζεται στο ποσό των δέκα (10) ευρώ και για μέχρι είκοσι (20) ώρες μηνιαίως.

2. Ο αριθμός των ωρών της απογευματινής υπερωριακής απασχόλησης καθώς και των ωρών της υπερωριακής απασχόλησης με αποζημίωση κατά τις νυχτερινές ώρες ή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, των υπαλλήλων (ειδικών συμβούλων, ειδικών συνεργατών, μετακλητών, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων ειδικών θέσεων α' και β' βαθμού) που αποσπώνται ή διατίθενται ή διορίζονται για την εξυπηρέτηση των κατωτέρω Γραφείων και Υπηρεσιών, και καλύπτουν οργανικές θέσεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες περί αυτών διατάξεις, ορίζεται ως εξής:
α) Για τους υπαλλήλους καθώς και την προσωπική ασφάλεια και τους οδηγούς, που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται ή διορίζονται στην Προεδρία της Δημοκρατίας, στη Γενική Γραμματεία του Πρωθυπουργού, στο γραφείο του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, στα γραφεία των Υπουργών, των Αναπληρωτών Υπουργών και των Υφυπουργών, στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης και στη Γενική Γραμματεία Συντονισμού (άρθρο 62 του ν. 4369/2016), συνολικά το μήνα για κάθε υπάλληλο, ως ακολούθως:

αα) Υπερωριακή εργασία (μέχρι 22ης ώρας) 20 ώρες

ββ) Νυχτερινή υπερωριακή εργασία (από 22ης ώρας μέχρι 6ης πρωινής) 8 ώρες

γγ) Εργασία τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες (από 6ης πρωινής μέχρι 22ης ώρας) 12 ώρες

β) Για τους υπαλλήλους καθώς και την προσωπική ασφάλεια και τους οδηγούς, που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται ή διορίζονται στα γραφεία των Γενικών και Αναπληρωτών Γενικών Γραμματέων Υπουργείων και των Ειδικών Γραμματέων, συνολικά το μήνα για κάθε υπάλληλο, ως ακολούθως:

αα) Υπερωριακή εργασία (μέχρι 22ης ώρας) 15 ώρες

ββ) Νυχτερινή υπερωριακή εργασία (από 22ης ώρας μέχρι 6ης πρωινής) 7 ώρες

γγ) Εργασία τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες (από 6ης πρωινής μέχρι 22ης ώρας) 8 ώρες

Η δαπάνη που προκαλείται από την παραπάνω εργασία των περιπτώσεων α και β βαρύνει τις πιστώσεις των προϋπολογισμών των φορέων στους οποίους οι ανωτέρω παρέχουν τις υπηρεσίες τους.

γ) Για τους υπαλλήλους που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται για την εξυπηρέτηση των Γραφείων των Βουλευτών, των Μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Πολιτικών Κομμάτων, καθώς και του Γραφείου του Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συνολικά το μήνα για κάθε υπάλληλο, ως ακολούθως:

αα) Υπερωριακή εργασία (μέχρι 22ης ώρας) 14 ώρες

ββ) Νυχτερινή υπερωριακή εργασία (από 22ης ώρας μέχρι 6ης πρωινής) 5 ώρες

γγ) Εργασία τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες (από 6ης πρωινής μέχρι 22ης ώρας) 6 ώρες

Οι πιστώσεις για την υπερωριακή απογευματινή, νυκτερινή απασχόληση ή απασχόληση κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες των παραπάνω υπαλλήλων της περίπτωσης γ των οποίων η μισθοδοσία βαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό (Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, Υπουργεία, Νοσοκομεία κ.λπ.) εγγράφονται στον προϋπολογισμό των ανωτέρω φορέων για την πληρωμή των αποζημιώσεων.

Για τους υπαλλήλους που διατίθενται ή αποσπώνται στα παραπάνω Γραφεία της ίδιας περίπτωσης γ από νομικά πρόσωπα και ΟΤΑ πρώτου και δεύτερου βαθμού, των οποίων η μισθοδοσία δεν βαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό, η αποζημίωση καταβάλλεται από τις Υπηρεσίες που ανήκουν οργανικά οι παραπάνω υπάλληλοι, για όσο χρονικό διάστημα είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται στα προαναφερόμενα γραφεία.

Το ωρομίσθιο της υπερωριακής εργασίας για τους υπαλλήλους όλων των προαναφερόμενων περιπτώσεων α, β και γ, καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου Α3 (βλ. σχετικούς πίνακες).

Επισημαίνεται ότι οι υπάλληλοι που είναι αποσπασμένοι ή έχουν διατεθεί στα ως άνω γραφεία, καθώς και τα γραφεία Διοικητών και Υποδιοικητών των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, δικαιούται υπερωριακή αποζημίωση σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. Α2 του παρόντος άρθρου.

3. Ο αριθμός των ωρών νυκτερινής, Κυριακών, πέραν του πενθημέρου και λοιπών εξαιρέσιμων ημερών εργασίας για το φυλακτικό προσωπικό και το προσωπικό καθαριότητας των μουσείων και αρχαιολογικών χώρων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, του Κέντρου Λήψεως και Επεξεργασίας Σημάτων Συναγερμού (ΚΕ.Λ.Ε.Σ.Σ.), των Ν.Π.Δ.Δ. που εποπτεύονται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, του προσωπικού των καταστημάτων κράτησης αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, των τελωνειακών και φοροελεγκτικών υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και των υπαλλήλων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, καθορίζεται με απόφαση του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, κατ' εξαίρεση των διατάξεων της περίπτωσης β της παραγράφου Α2, στα πλαίσιο των εγκεκριμένων σχετικών πιστώσεων.

Το ωρομίσθιο της υπερωριακής εργασίας για όλους τους ανωτέρω υπαλλήλους καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου Α3. Η ωριαία αμοιβή για εργασία πέραν του πενθημέρου είναι ίδια με αυτή που παρέχεται για υπερωριακή εργασία απογευματινών ωρών και μέχρι την 22η ώρα, προσαυξημένη κατά 25%.
Η προκαλούμενη δαπάνη για τις πέραν του πενθημέρου αποζημιώσεις του φυλακτικού προσωπικού και του προσωπικού καθαριότητας των μουσείων και αρχαιολογικών χώρων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού βαρύνει τον προϋπολογισμό του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων και καταβάλλεται από αυτό.

Επί του άρθρου 21 Αμοιβές συλλογικών οργάνων

Με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται ότι τα κάθε είδους μόνιμα ή προσωρινού χαρακτήρα συλλογικά όργανα (επιτροπές, ομάδες εργασίας κ.λπ.) των φορέων που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, τα οποία προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ή συνιστώνται και συγκροτούνται με διοικητικές πράξεις, λειτουργούν εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας των οικείων Υπηρεσιών ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και δεν καταβάλλεται καμία αμοιβή ή αποζημίωση στα μέλη τους. Κατ' εξαίρεση στους ιδιώτες - μέλη των ανωτέρω συλλογικών οργάνων καθορίζεται αποζημίωση με απόφαση του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ ανά συνεδρίαση και μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις ετησίως. Οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις δεν υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 77 του ν. 4270/2014 (Α' 143), δεν απαιτείται δηλαδή η συνυπογραφή τους από τον Υπουργό Οικονομικών.

Με την παρ. 2 ορίζεται ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας του συλλογικού οργάνου για την οικονομία της χώρας ή την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης και την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη και, προκειμένου περί Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α., με βάση το μέγεθος, τη σπουδαιότητα και τα στοιχεία του προϋπολογισμού τους, επιτρέπεται η λειτουργία τους εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας και εκτός του χρόνου που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση. Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να καθορίζεται αποζημίωση κατά μήνα ή κατά συνεδρίαση με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, μόνο εφόσον η σχετική δαπάνη καλύπτεται αποκλειστικά από συγχρηματοδοτούμενα επιχειρησιακά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή η δαπάνη δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει ότι εφεξής δεν μπορούν να αποζημιωθούν συλλογικά όργανα τα οποία βαρύνουν είτε τον τακτικό προϋπολογισμό είτε αποκλειστικά το εθνικό σκέλος του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων. Κατά συνέπεια, επιπροσθέτως των ανωτέρω, είναι δυνατός ο καθορισμός αποζημίωσης εφόσον αυτή καλύπτεται αποκλειστικά από ίδιους πόρους των φορέων. Στις περιπτώσεις όπου επιτρέπεται, ως άνω, ο καθορισμός αποζημίωσης, το σχετικό σχέδιο ΚΥΑ θα πρέπει να συνοδεύεται από βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας του οικείου φορέα από την οποία προκύπτει ο τρόπος κάλυψης της σχετικής δαπάνης.

Επιπλέον προβλέπεται ότι η αποζημίωση αυτή δεν μπορεί να είναι κατά μήνα, μεγαλύτερη από διακόσια πενήντα ευρώ (250) ευρώ για τον πρόεδρο, διακόσια (200) ευρώ για τα μέλη και εκατόν πενήντα (150) ευρώ για τους γραμματείς. Στους εισηγητές που εκ του νόμου προβλέπεται η συμμετοχή τους, καταβάλλεται αποζημίωση ανά συνεδρίαση, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ποσό των είκοσι (20) ευρώ και για μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις το έτος.

Η ανωτέρω μηνιαία αποζημίωση καταβάλλεται με την προϋπόθεση συμμετοχής σε τέσσερις (4) τουλάχιστον συνεδριάσεις το μήνα. Σε περίπτωση συμμετοχής σε λιγότερες συνεδριάσεις η αποζημίωση περικόπτεται ανάλογα.

Στο τέλος της παραγράφου 2, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4369/2016 (Α 33), προστίθεται νέο εδάφιο, με το οποίο ορίζεται ότι σε ειδικές περιπτώσεις, μπορεί, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, να καθορίζεται αποζημίωση ανά ώρα, έλεγχο, αξιολογούμενο πρόγραμμα ή παραδοτέο έργο, με τον όρο η σχετική δαπάνη να καλύπτεται αποκλειστικά από συγχρηματοδοτούμενα επιχειρησιακά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή η να μην επιβαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Το συνολικό μηνιαίο ποσό της ανωτέρω αποζημίωσης απαγορεύεται να υπερβαίνει το όριο της κατά μήνα αποζημίωσης (200 €) για τα μέλη συλλογικών οργάνων. Σε ειδικές περιπτώσεις το όριο αυτό μπορεί να αυξάνεται μέχρι του ποσού των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ το μήνα αλλά όχι πέραν του ποσού των δύο χιλιάδων τετρακοσίων (2.400) ευρώ το έτος, μη υπολογιζόμενου στην περίπτωση αυτή του ορίου της παρ. 3.

Με τις διατάξεις της παρ. 3 ορίζεται ότι το σύνολο των πρόσθετων αμοιβών των υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των συνολικών μηνιαίων αποδοχών της οργανικής τους θέσης. Το σύνολο των πρόσθετων αμοιβών υπολογίζεται κατά το μήνα πραγματοποίησης της αντίστοιχης εργασίας.

Με την παρ. 4, όπως αυτή τροποποιήθηκε με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 52 του ν. 4369/2016, προβλέπεται ειδικά για τους εκπαιδευτικούς δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και το λοιπό προσωπικό που αποδεδειγμένα συμμετέχουν καθ' οιονδήποτε τρόπο στις διαδικασίες οργάνωσης, διεξαγωγής, υποστήριξης, βαθμολόγησης/αναβαθμολόγησης και έκδοσης των αποτελεσμάτων των : α) γενικών και ειδικών εξετάσεων ή άλλης διαδικασίας εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, β) των εξετάσεων Ιδιωτικών, Γενικών και Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) και Επαγγελματικών Σχολών (Ε.ΠΑΣ.), γ) των εξετάσεων ελληνομάθειας και δ) των εξετάσεων χορήγησης του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας, καθώς και στις διαδικασίες αναβαθμολογήσεων γραπτών δοκιμίων μαθητών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, καθορισμός αποζημίωσης με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, η οποία εκδίδεται το αργότερο μέχρι 31-12-2016 μη τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 3 (δηλαδή το όριο του 25%). Μεταβατικά για το τρέχον έτος και έως την έκδοση των κοινών υπουργικών αποφάσεων του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν οι κ.υ.α. που έχουν ήδη εκδοθεί.

Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι αποζημιώσεις των συμμετεχόντων στην οργάνωση και διεξαγωγή σχολικών αγώνων και διοργανώσεων (αθλητικοί αγώνες και διοργανώσεις, ενδοσχολικής ή τοπικής ή περιφερειακής ή πανελλήνιας ή διεθνούς εμβέλειας), καθώς και κάθε είδους συναφείς και αναγκαίες δαπάνες, όπως οι δαπάνες αποζημίωσης (ημερήσιας, ανά αγώνα, ανά διοργάνωση κ.λπ.), μετακίνησης, διαμονής, διατροφής, καθώς και λοιπές δαπάνες οι οποίες θα περιγράφονται στην εν λόγω κοινή υπουργική απόφαση, μη τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 3.

Με την παρ. 5, όπως αυτή τροποποιήθηκε με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 52 του ν. 4369/2016, προβλέπεται ότι στο προσωπικό που συμμετέχει στην οργάνωση, διεξαγωγή και υποστήριξη διαγωνισμών των φορέων που υπάγονται στις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου, μπορεί, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, να καθορίζεται αποζημίωση η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει το όριο των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ το μήνα και σε κάθε περίπτωση το όριο των τριών χιλιάδων εξακοσίων (3.600) ευρώ το έτος, μη υπολογιζόμενου στην περίπτωση αυτή του ορίου της παρ. 3.

Με την παρ. 6 προβλέπεται η δυνατότητα έκδοσης υπουργικής απόφασης για τον καθορισμό ημερήσιας ελεγκτικής αποζημίωσης στους διενεργούντες τους ελέγχους του άρθρου 12 του ν. 4314/2014. Για τους ίδιους ελέγχους έχουν εφαρμογή και οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 48 του ως άνω νόμου.

Τέλος, με τις διατάξεις της παρ. 7 και προς αποφυγή δυσερμηνειών ή αμφιβολιών ορίζεται ότι οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση Διοικητικών Συμβουλίων ή άλλων οργάνων διοίκησης για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 4 του επόμενου άρθρου (νομοθετική εξουσιοδότηση για την έκδοση κοινών υπουργικών αποφάσεων, για τον καθορισμό των αποδοχών και αποζημιώσεων των μελών των Δ.Σ.).

Επί του άρθρου 22 Καθορισμός αποδοχών ειδικών κατηγοριών

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού παρέχεται η εξουσιοδότηση για την έκδοση κοινών υπουργικών αποφάσεων προκειμένου να καθορισθούν οι αποδοχές προσωπικού ειδικών κατηγοριών, το οποίο δεν υπάγεται ευθέως στις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου. Ειδικότερα

Με την παρ. 1 ορίζεται ότι οι κάθε είδους αποδοχές των μουσικών των ορχηστρικών συνόλων των Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού (Δήμων) καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

Με τις διατάξεις της παρ. 2 προβλέπεται ότι οι κάθε είδους αποδοχές των δημοσιογράφων που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στους φορείς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του νέου νόμου καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.

Με την παρ. 3 προβλέπεται ότι η αντιμισθία των Περιφερειαρχών, Αντιπεριφερειαρχών και Προέδρων των Περιφερειακών Συμβουλίων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) δεύτερου βαθμού, καθώς και των Δημάρχων, Αντιδημάρχων και Προέδρων των Δημοτικών Συμβουλίων, καθώς και των Γενικών Γραμματέων των Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

Με την παρ. 4 οι κάθε είδους αποδοχές και λοιπές αποζημιώσεις των Προέδρων, Αντιπροέδρων και μελών των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών (Α.Δ.Α.), των Διοικητών, Αναπληρωτών Διοικητών, Υποδιοικητών, Προέδρων, Αντιπροέδρων, Διευθυνόντων Συμβούλων, και Μελών των Διοικητικών Συμβουλίων και γενικότερα όλων των οργάνων διοίκησης των Ν.Π.Δ.Δ., των Ν.Π.Ι.Δ. και των Δ.Ε.Κ.Ο. του κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005, που υπάγονται στις διατάξεις του νέου νόμου καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού. Με όμοια απόφαση καθορίζονται και οι αποδοχές του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, καθώς και των εν γένει Γενικών Επιθεωρητών, Συντονιστών ή Εισαγγελέων Ελεγκτικών Σωμάτων ή Σωμάτων Επιθεώρησης, του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.), καθώς και του Προέδρου, των μελών και του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (Σ.Ο.Ε).

Με την παρ. 5 ορίζεται ότι οι κάθε είδους αποδοχές των ιπτάμενων χειριστών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ν.Π.Ι.Δ. που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού.

Τέλος, με την παρ. 6 προβλέπεται ότι μέχρι την έκδοση των αποφάσεων, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι αποδοχές όλων των ανωτέρω εξακολουθούν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά τον τελευταίο μήνα πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28 (τήρηση του ανώτατου ορίου αποδοχών). Κατά συνέπεια, μέχρι την έκδοση των σχετικών κ.υ.α., για όλους τους ανωτέρω δεν προβλέπεται μισθολογική εξέλιξη.

Κατόπιν αυτών, παρατίθεται πίνακας με τις αποδοχές των αιρετών των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού :

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΠΟΔΟΧΕΣ μέχρι τον καθορισμό με νέα κ.υ.α.

περιφερειάρχης

4.275,00

αντιπεριφερειαρχεσ

3.206,25


δημαρχοι ανω 100.000 κατοίκων

4.275,00

δημαρχοι 20.000 - 100.000 κατοικων

3.420,00

δημαρχοι κατω των 20.000 κατοικων

2.565,00

αντιδημαρχοι ανω 100.000 κατοικων

2.137,50

αντιδημαρχοι 20.000 - 100.000 κατοικων

1.710,00

αντιδημαρχοι κατω των 20.000 κατοικων

1.282,50

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΝΤΙΜΙΣΘΙΑ μέχρι τον καθορισμό με νέα κ.υ.α.

προεδροι περιφερειακου συμβουλιου

1.125,00

προεδροι δημ. συμβουλιων ανω 100.000 κατοικων

900,00

προεδροι δημ. συμβουλιων 20.000 - 100.000 κατοικων

720,00

προεδροι δημ. συμβουλιων κατω των 20.000 κατοικων

540,00


Επί του άρθρου 23 Αποδοχές αποσπασμένων ή μετακινούμενων υπαλλήλων

Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αντιμετωπίζονται θέματα καταβολής αποδοχών των αποσπασμένων ή μετακινούμενων υπαλλήλων.

Ειδικότερα :

Με την παρ. 1 ορίζεται ότι οι υπάλληλοι που αποσπώνται ή μετακινούνται από το φορέα τους σε άλλο φορέα λαμβάνουν τις μηνιαίες τακτικές αποδοχές της οργανικής τους θέσης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους. Αυτό σημαίνει ότι εάν υπάλληλος που ασκεί καθήκοντα προϊσταμένου στην οργανική του θέση αποσπασθεί σε άλλη θέση στην οποία δεν ασκεί πλέον τα ίδια καθήκοντα τότε θα σταματά η καταβολή του προβλεπόμενου επιδόματος θέσης ευθύνης. Το ίδιο ισχύει και με άλλα επιδόματα, όπως π.χ. το επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας ή το παραμεθορίων περιοχών.

Με την παρ. 2 ορίζεται ότι η καταβολή των αποδοχών των αποσπασμένων ή μετακινούμενων υπαλλήλων διενεργείται από την υπηρεσία στην οποία τοποθετούνται, εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται σε ειδικές διατάξεις. Επισημαίνεται ότι ο γενικός κανόνας απαιτεί την καταβολή των αποδοχών από την υπηρεσία στην οποία αποσπάται ή μετακινείται ο υπάλληλος. Υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις κατά τις οποίες προβλέπεται νομοθετικά η καταβολή των αποδοχών των ως άνω υπαλλήλων από την οργανική τους θέση.

Π.χ. όσοι αποσπώνται στο Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης εξακολουθούν να λαμβάνουν τις αποδοχές τους από την οργανική τους θέση. Επιπλέον, στην περίπτωση που ο υπάλληλος εξακολουθεί να λαμβάνει τις αποδοχές του από την οργανική του θέση, αλλά δικαιούται και επίδομα θέσης ευθύνης, λόγω ανάληψης καθηκόντων προϊσταμένου στη θέση που αποσπάσθηκε, το συγκεκριμένο επίδομα θα καταβάλλεται από την υπηρεσία υποδοχής. Μόνο στην περίπτωση που η Υπηρεσία υποδοχής δεν έχει δικό της προϋπολογισμό αναγκαστικά τότε αυτό θα καταβάλλεται μαζί με τις λοιπές αποδοχές
από την οργανική του θέση.

Με την παρ. 3 προβλέπεται ότι, ειδικά για τις αποσπάσεις και τις μετακινήσεις που, πραγματοποιούνται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις στις Αρχές Εξωτερικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών, όλες οι τακτικές αποδοχές, η δαπάνη που προκύπτει από την απόσπαση ή τη μετακίνηση, καθώς και το Επίδομα Υπηρεσίας Αλλοδαπής, βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου, της Υπηρεσίας ή του Φορέα στην οποία ανήκει ο μετακινούμενος ή αποσπώμενος υπάλληλος. Σε περίπτωση που οι ανωτέρω δαπάνες, οι οποίες προκύπτουν από την απόσπαση ή τη μετακίνηση του υπαλλήλου άλλου Υπουργείου στις Αρχές Εξωτερικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών, χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων αυτές δύνανται να βαρύνουν τον προϋπολογισμό του ΥΠ.ΕΞ..

Επί του άρθρου 24 Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων

Με την παρ. 1. προβλέπεται ότι οφειλές υπαλλήλων ή λειτουργών των φορέων που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, από αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές ή αποζημιώσεις εν γένει, δύναται να επιστρέφονται εφάπαξ χωρίς προσαυξήσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 123 του ν. 4270/2014 (Α' 143).

Με την παρ. 2 προβλέπεται ότι ο υπάλληλος επιστρέφει το καθαρό ποσό που έλαβε συν την αναλογία του φόρου. Οι κρατήσεις που έχουν αποδοθεί στα οικεία ταμεία αναζητούνται σε κάθε περίπτωση από την Υπηρεσία. Η επιστροφή του ανωτέρω ποσού δύναται να γίνεται και με παρακράτηση του ενός δέκατου (1/10) των καθαρών μηνιαίων αποδοχών του υπαλλήλου ή με παρακράτηση της σύνταξης (σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7β του άρθρου 3 του ν. 4151/2013), εφόσον στο μεταξύ αυτός κατέστη συνταξιούχος.

Με την παρ. 3 ορίζεται ότι, σε περίπτωσης άρνησης, εκ μέρους του υπαλλήλου, επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων, αυτά καταλογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του δημόσιου λογιστικού.

Με την παρ. 4 προβλέπεται η διαδικασία έφεσης κατά των σχετικών πράξεων καταλογισμού, η οποία ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν. 4129/2013 (Α' 52). Στις περιπτώσεις υπαλλήλων, που δεν υπάγονται στις ανωτέρω διατάξεις, η έφεση ασκείται ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων.

Επί του άρθρου 25 Γενικές ρυθμίσεις για θέματα αποδοχών

Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αντιμετωπίζονται διάφορα θέματα που αναφύονται κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης των αποδοχών των υπαλλήλων. Οι συγκεκριμένες διατάξεις λειτουργούν συμπληρωματικά προς όμοιες του Υπαλληλικού Κώδικα ή επαναλαμβάνουν παλαιότερες, στην προσπάθεια συγκέντρωσής τους σε ένα άρθρο, προκειμένου να βοηθηθούν οι υπάλληλοι των οικονομικών υπηρεσιών.

Ειδικότερα :

Με την παρ. 1 ορίζεται ρητά ότι η αξίωση του υπαλλήλου για αποδοχές αρχίζει από την ανάληψη υπηρεσίας και παύει με τη λύση της υπαλληλικής του σχέσης. Δεν καταβάλλονται αποδοχές όταν ο υπάλληλος από υπαιτιότητά του δεν παρέσχε υπηρεσία καθόλου ή εν μέρει.

Με την παρ. 2 προβλέπεται ότι για τον υπολογισμό των αποδοχών σε όλες τις περιπτώσεις, ο μήνας λογίζεται για τριάντα (30) ημέρες. Στις περιπτώσεις αποχής του υπαλλήλου από τα καθήκοντά του λόγω απεργίας, ο μήνας λογίζεται για είκοσι πέντε (25) ημέρες. Στην περίπτωση απεργίας, στην έννοια της οποίας υπάγονται και οι στάσεις εργασίας, γίνεται περικοπή των μεικτών μηνιαίων αποδοχών συμπεριλαμβανομένων και των κρατήσεων, εργοδότη και εργαζόμενου, για κύρια και επικουρική σύνταξη, στην περίπτωση που η ημέρα απεργίας αναγνωρίζεται ως συντάξιμη.

Επιπλέον, επισημαίνεται ότι οι υπάλληλοι που βρίσκονται: α) σε άδεια χωρίς αποδοχές και β) στην περίπτωση αδικαιολόγητης απουσίας, θα αναφέρονται ως μισθοδοτούμενοι από την Υπηρεσία τους, χωρίς να διενεργείται καμία κράτηση (υπέρ ασφαλιστικών ταμείων, κύριας σύνταξης κ.λ.π.).

Για την αναγνώριση ως συντάξιμου χρόνου της άδειας άνευ αποδοχών, στις περιπτώσεις που αυτή προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις, θα πρέπει να υπάρξει επικοινωνία του εκκαθαριστή αποδοχών με τα αρμόδια ασφαλιστικά ταμεία (κύριας και επικουρικής ασφάλισης) προκειμένου να καθοριστεί ο τρόπος καταβολής, κατά περίπτωση, των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών (έκδοση πράξης αναγνώρισης από το ασφαλιστικό ταμείο ή υποχρεωτική καταβολή από τις αποδοχές των αμέσως επόμενων, από την επάνοδο του υπαλλήλου στην Υπηρεσία, μηνών).

Με την παρ. 3 προβλέπεται ότι ο υπάλληλος κατά τη διάρκεια θέσης του σε διαθεσιμότητα δικαιούται τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών του, πλην αυτών που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του (π.χ. επίδομα θέσης ευθύνης, επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας κ.λ.π.), τα οποία περικόπτονται πλήρως. Ο χρόνος διαθεσιμότητας δεν λαμβάνεται υπόψη για μισθολογική εξέλιξη, με εξαίρεση τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 4369/2016 (βλ. σελ. 44 της παρούσας εγκυκλίου)

Με την παρ. 4 ορίζεται ότι ο υπάλληλος που τελεί σε κατάσταση αργίας δικαιούται το ήμισυ των αποδοχών του, πλην αυτών που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του (π.χ. επίδομα θέσης ευθύνης, επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας κ.λ.π.), τα οποία περικόπτονται πλήρως. Ο χρόνος αργίας δεν λαμβάνεται υπόψη για μισθολογική εξέλιξη. Ειδικές διατάξεις παραμένουν σε ισχύ. Σε περίπτωση που σε συνέχεια της ποινής της αργίας επιβληθεί η ποινή της απόλυσης, οι αποδοχές που καταβλήθηκαν σε αυτόν κατά το διάστημα της αργίας αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες.

Με την παρ. 5 προβλέπεται ότι υπάλληλος, ο οποίος επανέρχεται από την κατάσταση της διαθεσιμότητας ή της αργίας ή λόγω πλάνης σχετικά με το συνταξιοδοτικό του δικαίωμα στα καθήκοντά του δικαιούται πλήρεις αποδοχές από την εκ νέου ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων του. Στην περίπτωση που από οικείες διατάξεις, προβλέπεται επιστροφή αποδοχών για την περίοδο που ο υπάλληλος είχε τεθεί σε αργία (π.χ. με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου), αυτή δεν δύναται να περιλαμβάνει αποδοχές που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του (π.χ. επίδομα θέσης ευθύνης, επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας κ.λ.π.). Στην περίπτωση που ο υπάλληλος επιστρέφει στα καθήκοντά του μετά από τη θέση του σε διαθεσιμότητα με υπαιτιότητα της Υπηρεσίας, για το διάστημα αυτό καταβάλλεται το σύνολο των αποδοχών του.

Με την παρ. 6 προβλέπεται ότι σε περίπτωση της πειθαρχικής ποινής της επιβολής προστίμου, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, αυτό υπολογίζεται επί των καθαρών μηνιαίων αποδοχών του υπαλλήλου (μεικτές αποδοχές αφαιρουμένων των προβλεπόμενων κρατήσεων).

Με την παρ. 7 ορίζεται ότι οι υπάλληλοι μερικής απασχόλησης ή εργαζόμενοι ως ωρομίσθιοι λαμβάνουν αναλογία των αποδοχών αντίστοιχου υπαλλήλου πλήρους απασχόλησης. Ειδικότερα :

Ο τρόπος υπολογισμού των αποδοχών του προσωπικού μερικής απασχόλησης, καθώς και του προσωπικού που απασχολείται ως ωρομίσθιο, είναι ο εξής: σύνολο μηνιαίων αποδοχών επί τις ώρες της ημερήσιας ή εβδομαδιαίας απασχόλησης δια του αντίστοιχου υποχρεωτικού ωραρίου. Παράδειγμα: Υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας μερικής απασχόλησης με ημερήσια απασχόληση τεσσάρων ωρών. Λαμβάνει το βασικό μισθό του εισαγωγικού μισθού ΠΕ 1.092 € επί 4 ημερήσιες ώρες απασχόλησης διά 8 που είναι το υποχρεωτικό ωράριο. Συνεπώς οι αποδοχές του εν λόγω υπαλλήλου ανέρχονται στο ποσό των 546 €.
Ωρομίσθιος εκπαιδευτικός με απασχόληση οκτώ ωρών εβδομαδιαίως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Λαμβάνει το βασικό μισθό του εισαγωγικού μισθού 1092 € επί 8 ώρες δια 23 (υποχρεωτικό ωράριο).

Συνεπώς οι μηνιαίες του αποδοχές καθορίζονται στο ποσό των 379,83 €.

Με την παρ. 8 ορίζεται ότι οι μετακλητοί υπάλληλοι της περ. ιστ της παρ. 1 του άρθρου 7 μπορούν να παραιτούνται από τις αποδοχές της θέσης τους μετά από υπεύθυνη δήλωσή τους. Επισημαίνεται ότι οι μετακλητοί υπάλληλοι που δεν είναι υπάλληλοι των φορέων που υπάγονται στις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου αλλά προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα, δικαιούνται αποδοχές, οι οποίες καταβάλλονται σε δεδουλευμένη βάση στο τέλος κάθε μήνα (κάθε 27 του μήνα εργασίας ή εάν αυτό δεν είναι δυνατό κάθε 10 του επόμενου).

Με την παρ. 9 προβλέπεται ότι οι υπάλληλοι που αποσπώνται σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων ή ειδικών συμβούλων ή συνεργατών στις Γενικές Γραμματείες του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης, στη Γενική Γραμματεία Συντονισμού, στα πολιτικά γραφεία των μελών της κυβέρνησης ή υφυπουργών ή ειδικών συμβούλων και ειδικών συνεργατών των Γενικών, Αναπληρωτών Γενικών Γραμματέων και Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων, λαμβάνουν με δήλωσή τους είτε τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης, με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους είτε τις αποδοχές της θέσης που αποσπώνται. Η εν λόγω δήλωση θα πρέπει να υποβληθεί εκ νέου και από τους υπηρετούντες την 1-1-2016 στις ανωτέρω θέσεις. Τα ανωτέρω ισχύουν και για αυτούς που αποσπώνται σε θέσεις ειδικών συμβούλων, ειδικών ή επιστημονικών συνεργατών στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, καθώς και στους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, λαμβάνουν με δήλωσή τους προς τον οικείο εκκαθαριστή είτε τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους είτε τις αποδοχές της θέσης στην οποία αποσπώνται. Σε περίπτωση παράλληλης ανάθεσης καθηκόντων σύμφωνα με το π.δ. 63/2005, καταβάλλονται οι αποδοχές της οργανικής θέσης και το σαράντα τοις εκατό (40%) του βασικού μισθού της θέσης του μετακλητού (είτε είναι Διευθυντής, είτε ειδικός σύμβουλος κ.λ.π.). Η μισθοδοσία όλων των ανωτέρω βαρύνει τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας τις αποδοχές της οποίας έχουν επιλέξει και καταβάλλονται από αυτήν.

Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση των Διευθυντών των πολιτικών γραφείων, είτε επιλέξουν τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης, είτε αυτές του μετακλητού καταβάλλεται το επίδομα θέσης ευθύνης της υποπ. αε της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 16, δηλαδή το ποσό των 450 €.

Με την παρ. 10 ορίζεται ότι οι υπάλληλοι που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, οι οποίοι κατέχουν νόμιμα και δεύτερη έμμισθη θέση σε άλλον φορέα από αυτόν της οργανικής τους θέσης (π.χ. ιερείς που απασχολούνται παράλληλα και ως εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), λαμβάνουν το σύνολο των αποδοχών της θέσης τους και το τριάντα τοις εκατό (30%) των αποδοχών της δεύτερης θέσης στην οποία απασχολούνται. Ως δεύτερη θέση νοείται η δεύτερη χρονικά, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε ειδικές περιπτώσεις. Για τους πολυτέκνους, που κατέχουν δύο έμμισθες θέσεις εξακολουθούν να ισχύουν, ως απολύτως ειδικές, οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982.

Με την παρ. 11 ορίζεται ότι οι υπάλληλοι που υπηρετούν σε φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος και διορίζονται ή αναλαμβάνουν θέση σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ως διοικητές, αναπληρωτές διοικητές, υποδιοικητές, πρόεδροι, αντιπρόεδροι, διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι ή μέλη πλήρους απασχόλησης, μπορούν να επιλέγουν είτε τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης, με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους είτε τις αποδοχές της θέσης στην οποία διορίζονται. Π.χ. υπάλληλος του δημοσίου ο οποίος διορίζεται πρόεδρος ή διευθύνων σύμβουλος σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να επιλέξει μεταξύ των αποδοχών της οργανικής του θέσης και των αποδοχών του προέδρου ή του διευθύνοντος συμβούλου αντίστοιχα. Στην περίπτωση που ο υπάλληλος διορίζεται σε διοικητικό συμβούλιο ως μέλος χωρίς αποδοχές αλλά με προβλεπόμενη αποζημίωση για τη συμμετοχή του στις συνεδριάσεις του συμβουλίου αυτού, τότε σαφώς λαμβάνει τις αποδοχές της οργανικής του θέσης και την αποζημίωση για τη συμμετοχή του στις συνεδριάσεις, με την επιφύλαξη πάντοτε των διατάξεων περί ανωτάτου ορίου αποδοχών, τόσο του άρθρου 28 του παρόντος, όσο και της παρ. 2 του άρθρου 104 του Συντάγματος.

Με την παρ. 12 ορίζεται ότι ως δεύτερη απασχόληση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α' 65), νοείται αυτή της οποίας η αμοιβή υπερβαίνει τον εισαγωγικό βασικό μισθό υπαλλήλου κατηγορίας υποχρεωτικής εκπαίδευσης (780 €).

Επί του άρθρου 26

Μεταβατικές διατάξεις - Μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη των υπηρετούντων υπαλλήλων
Με την παρ.1 προβλέπεται ότι κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του νέου νόμου (με τον οποίο επέρχεται πλέον η αποσύνδεση βαθμού - μισθού) η μισθολογική κατάταξη των υπαλλήλων στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 9 πραγματοποιείται σύμφωνα με τα τυπικά τους προσόντα, το χρόνο υπηρεσίας στο φορέα που υπηρετούν, καθώς και το χρόνο υπηρεσίας, που έχει αναγνωριστεί από το φορέα αυτόν, μέχρι και στις 31-12-2015. Ο χρόνος υπηρεσίας που πλεονάζει μετά την κατάταξή τους θεωρείται ότι έχει διανυθεί στο Μ.Κ. κατάταξης, για την απονομή του επόμενου Μ.Κ.

Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που έχουν υποβληθεί εντός του έτους 2015 αιτήσεις για αναγνώριση προϋπηρεσίας και το αρμόδιο για την αναγνώριση όργανο δεν έχει ακόμη αποφανθεί, εφόσον η προϋπηρεσία αυτή αναγνωριζόταν και από το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο, τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής ισχύουν από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου (1-1-2016). Στην περίπτωση που έχει κατατεθεί αίτηση για αναγνώριση προϋπηρεσίας που δεν αναγνωριζόταν με το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο αλλά αναγνωρίζεται πλέον με το ισχύον (π.χ. αναγνώριση προϋπηρεσίας σε ΝΠΙΔ για υπάλληλο του Δημοσίου), τότε θα πρέπει η αίτηση αναγνώρισης να υποβληθεί εκ νέου μετά την έναρξη ισχύος του νέου νόμου και τόσο η αναγνώριση του χρόνου όσο και τα οικονομικά αποτελέσματα θα ισχύουν από 1-1-2018. Το ίδιο ισχύει και για όλες τις αιτήσεις αναγνώρισης προϋπηρεσίας που υποβάλλονται από το υπηρετούν προσωπικό μετά την 1-1-2016. Τέλος, στην περίπτωση που τυχόν προϋπηρεσία, αναγνωριζόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 11, αποτελεί τυπικό προσόν διορισμού, για νέα πρόσληψη ή διορισμό από 1-1-2016, τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής ισχύουν από την ημερομηνία πρόσληψης ή διορισμού του υπαλλήλου. Στην περίπτωση που υποβάλλεται από νεοδιόριστους, μετά την 1-1-2016, αίτηση αναγνώρισης προϋπηρεσίας μετά το διορισμό τους, τα οικονομικά αποτελέσματα έχουν ισχύ από την ημερομηνία αίτησης του υπαλλήλου. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω ισχύουν και για τους υπαλλήλους με σχέση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου (π.χ. αναπληρωτές καθηγητές κ.λ.π.).

Π.χ. Υπάλληλος ο οποίος διορίζεται είτε με σχέση δημοσίου δικαίου είτε με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου (π.χ. αναπληρωτής καθηγητής κ.λ.π.) την 1-4-2016. Στην περίπτωση που ο εν λόγω υπάλληλος έχει προϋπηρεσία σε φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου μπορεί να την αναγνωρίσει από την ημερομηνία διορισμού του, εφόσον έχει υποβάλει, κατά την ίδια ημερομηνία, σχετική αίτηση για αυτό. Σε διαφορετική περίπτωση η αναγνώριση προϋπηρεσίας και τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής θα ανατρέχουν στην ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης.

Προκειμένου να διασφαλιστεί, στο μέτρο του δυνατού, η ορθή επανακατάταξη των υπαλλήλων που διέπονται από τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου στα νέα μισθολογικά κλιμάκια, συνιστάται, ως καλή πρακτική η συμπλήρωση Δελτίου Ατομικής Κατάταξης. Στην παρούσα εγκύκλιο επισυνάπτεται υπόδειγμα τέτοιου Δελτίου το οποίο συμπληρώνεται με όλα τα στοιχεία του υπαλλήλου, υπογράφεται από τους προϊσταμένους των Υπηρεσιών Διοικητικού/Προσωπικού και Οικονομικού και από τον ίδιο τον υπάλληλο και κρατείται από τον εκκαθαριστή της Υπηρεσίας στο προσωπικό αρχείο του υπαλλήλου. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία επανακατάταξης θα πρέπει να ολοκληρωθεί σε εύλογο χρόνο με ευθύνη των Υπηρεσιών Διοικητικού/Προσωπικού και Οικονομικού.

Κατά την ως άνω διαδικασία εφιστάται η προσοχή των αρμόδιων Υπηρεσιών για το σωστό υπολογισμό της προϋπηρεσίας των υπαλλήλων, προκειμένου να αποφευχθούν λάθη που θα έχουν αντίκτυπο τόσο στον υπολογισμό της συνολικής υπηρεσίας του υπαλλήλου, όσο και των αποδοχών του.

Με την παρ. 2 προβλέπεται ότι, μετά τη μισθολογική κατάταξη της προηγούμενης παραγράφου, η μισθολογική εξέλιξη όλων των υπαλλήλων αναστέλλεται μέχρι τις 31-12-2017. Από 1-1-2018 η μισθολογική εξέλιξη ενεργοποιείται εκ νέου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 συνυπολογιζόμενου και του τυχόν πλεονάζοντος χρόνου, που είχε υπολογισθεί κατά την αρχική κατάταξη, χωρίς όμως να λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου μέχρι τις 31-12-2017. Π.χ. υπάλληλος Π.Ε. κατηγορίας με χρόνο υπηρεσίας, κατά την 1-1-2016, 4 έτη και 6 μήνες κατατάσσεται στο Μ.Κ. 3 της κατηγορίας του με πλεονάζοντα χρόνο 6 μήνες. Τα έτη 2016 και 2017 δεν μετρούν στο χρόνο υπηρεσίας του για την απονομή του επόμενου μισθολογικού κλιμακίου, καθώς για αυτά τα δύο έτη δεν προβλέπεται καμία μισθολογική εξέλιξη. Από το 2018, που ενεργοποιείται εκ νέου η μισθολογική εξέλιξη, ο συγκεκριμένος υπάλληλος θα καταταγεί στο επόμενο Μ.Κ. (Μ.Κ.4) μετά την παρέλευση 18 μηνών, συμπληρώνοντας τους απαιτούμενους 24 για την αλλαγή κλιμακίου.

Στην περίπτωση νέων διορισμών, κατά τη διετία 2016 - 2017, η μισθολογική προώθηση (κατά 2 ΜΚ) στους κατόχους μεταπτυχιακών ή κατά 6 ΜΚ στους κατόχους διδακτορικού πραγματοποιείται με την αρχική τους κατάταξη, εφόσον ο συγκεκριμένος τίτλος αποτελούσε απαραίτητο προσόν για το διορισμό του υπαλλήλου. Στην περίπτωση που, στο ίδιο χρονικό διάστημα, κατατίθενται από υπαλλήλους που διορίζονται από 1-1-2016 και εφεξής, προς αναγνώριση μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών (μεταπτυχιακό ή διδακτορικό), τους οποίους κατείχαν κατά την ημερομηνία διορισμού τους, η προωθημένη μισθολογική εξέλιξη και τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής πραγματοποιείται από την ημερομηνία αίτησης του υπαλλήλου. Στην περίπτωση που, για τους ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους, εκκρεμούν από το έτος 2015 αιτήσεις αναγνώρισης συνάφειας για μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών, χωρίς ακόμη να έχουν κριθεί από τα αρμόδια προς τούτο όργανα, τα οικονομικά αποτελέσματα ισχύουν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου νόμου (1-1-2016) εφόσον φυσικά μεσολαβήσει η απαιτούμενη αναγνώριση της συνάφειας από το αρμόδιο προς τούτο όργανο. Αντιθέτως, στην περίπτωση που υποβληθούν αιτήσεις για αναγνώριση μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών από 1-1-2016 και εφεξής η προωθημένη μισθολογική κατάταξη και τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής ισχύουν από 1 -1¬2018. Στην περίπτωση μετάταξης ή μεταφοράς του υπαλλήλου εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, η κατάταξή του πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού και τα οικονομικά αποτελέσματα έχουν άμεση εφαρμογή από την ημερομηνία της μεταφοράς ή μετάταξής του.

Με την παρ. 3 ορίζεται ότι για τον υπολογισμό της προσαύξησης των αποδοχών λόγω χορήγησης εκπαιδευτικής άδειας, όπου αυτή προβλέπεται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, λαμβάνεται υπόψη μόνο ο βασικός μισθός.

Επί του άρθρου 27 Διασφάλιση αποδοχών

Με την παρ. 1 προβλέπεται ότι σε περίπτωση που από τις ρυθμίσεις των διατάξεων του νόμου αυτού προκύπτουν βασικός μισθός ή τακτικές μηνιαίες αποδοχές χαμηλότερες από αυτές που δικαιούνταν ο υπάλληλος στις 31.12.2015, η διαφορά διατηρείται ως προσωπική. Για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς δεν λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή παροχή και το επίδομα θέσης ευθύνης. Το επίδομα αυτό (θέσης ευθύνης) λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς, μόνο στην περίπτωση που καταβάλλεται στις αποδοχές του υπαλλήλου τον τελευταίο μήνα πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος αλλά δεν προβλέπεται η εκ νέου χορήγησή του με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος. Η νέα αυτή προσωπική διαφορά μειώνεται από οποιαδήποτε μελλοντική αύξηση των αποδοχών του υπαλλήλου, εκτός από την αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου λόγω της προωθημένης μισθολογικής εξέλιξης της παρ. 1 του άρθρου 12 ή τη χορήγηση επιδόματος θέσης ευθύνης. Τυχόν αύξηση του επιδόματος θέσης ευθύνης καταβάλλεται στο ακέραιο.

Παραδείγματα εφαρμογής :

• Έστω ότι υπάλληλος Π.Ε., προϊστάμενος Τμήματος, κατά την 31-12-2015, λαμβάνει βασικό μισθό 1.500 €, οικογενειακή παροχή 50 € και επίδομα θέσης ευθύνης 250 €. Με τις διατάξεις του νέου νόμου δικαιούται βασικό μισθό 1.450 €, οικογενειακή παροχή 50 € και επίδομα θέσης ευθύνης 290 €. Σε αυτήν την περίπτωση συγκρίνονται μόνο οι βασικοί μισθοί καθώς η οικογενειακή παροχή και το επίδομα θέσης ευθύνης δεν υπολογίζονται στη σύγκριση. Συνεπώς, δεδομένου ότι ο νέος του βασικός μισθός είναι κατά 50 € χαμηλότερος, το ποσό αυτό θα διατηρηθεί ως προσωπική διαφορά, η οποία θα μειώνεται με οποιαδήποτε μελλοντική αύξηση των αποδοχών του πλην της αύξησης ή χορήγησης επιδόματος θέσης ευθύνης και της προωθημένης μισθολογικής εξέλιξης λόγω αξιολόγησης. Κατόπιν αυτών οι νέες αποδοχές του υπαλλήλου θα είναι οι εξής : βασικός μισθός 1.450 €, οικογενειακή παροχή 50 €, επίδομα θέσης ευθύνης 290 € και προσωπική διαφορά 50 €.

• Έστω ότι υπάλληλος Δ.Ε., κατά την 31-12-2015, λαμβάνει βασικό μισθό 1.100 €, οικογενειακή παροχή 50 € και υπερβάλλουσα μείωση του άρθρου 29 του ν. 4024/2011, 250 €. Με τις διατάξεις του νέου νόμου δικαιούται βασικό μισθό 1.000 €, οικογενειακή παροχή 50 € και προσωπική διαφορά 350 € (σε αυτήν προστίθεται η ήδη καταβαλλόμενη υπερβάλλουσα μείωση 250 € συν τη διαφορά των 100 € από τη μείωση του βασικού μισθού.).

• Έστω ότι υπάλληλος Π.Ε. Οικονομικός Επιθεωρητής, ο οποίος σήμερα κατέχει τον Α' βαθμό με βασικό μισθό 2.097 €, επίδομα θέσης ευθύνης 300 € και υπερβάλλουσα μείωση 500 €. Με τις νέες διατάξεις δικαιούται βασικό μισθό 1.800 € χωρίς επίδομα θέσης ευθύνης. Το επίδομα αυτό όμως λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς, δεδομένου ότι προβλεπόταν η καταβολή του στον υπάλληλο τον τελευταίο μήνα πριν από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου, αλλά δεν προβλέπεται η εκ νέου χορήγησή του με την εφαρμογή του. Κατόπιν αυτών, οι αποδοχές του ως άνω υπαλλήλου διαμορφώνονται ως εξής : βασικός μισθός 1.800 € και προσωπική διαφορά 1.097 € (500 € η υπερβάλλουσα μείωση συν 297 € από τη μείωση του βασικού μισθού συν 300 € από την κατάργηση του επιδόματος θέσης ευθύνης).

• Επισημαίνεται ότι στους υπαλλήλους που ήταν προϊστάμενοι κατά τον τελευταίο μήνα πριν από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, αλλά λήγει η θητεία τους και πλέον κατά τον πρώτο μήνα έναρξης ισχύος των νέων διατάξεων δεν ασκούν καθήκοντα προϊσταμένου παύει και η χορήγηση του αντίστοιχου επιδόματος χωρίς να προστίθεται σε τυχόν υπάρχουσα προσωπική διαφορά ή να δημιουργεί νέα τέτοια.

Στην αντίθετη περίπτωση υπάλληλος που ασκεί πρώτη φορά καθήκοντα με την έναρξη εφαρμογής του νέου νόμου λαμβάνει το αντίστοιχο επίδομα θέσης ευθύνης χωρίς αυτό να επηρεάζει τις λοιπές αποδοχές του.

Με την παρ. 2 ορίζεται ότι σε περίπτωση που από τις ρυθμίσεις των διατάξεων του νόμου αυτού προκύπτει βασικός μισθός υψηλότερος από αυτόν που ελάμβανε ο υπάλληλος στις 31.12.2015, η αύξηση που προκύπτει χορηγείται σε ισόποσες δόσεις σε χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών. Στη συνέχεια οι λοιπές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του υπαλλήλου, πλην του βασικού μισθού, συγκρίνονται με τη διαδικασία της παρ. 1., δηλαδή για τη σύγκριση δεν λαμβάνονται υπόψη η οικογενειακή παροχή και το επίδομα θέσης ευθύνης, εκτός και εάν η χορήγηση του τελευταίου δεν προβλέπεται από τις νέες διατάξεις. Τυχόν αύξηση του επιδόματος θέσης ευθύνης καταβάλλεται στο ακέραιο. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι κατά την πρώτη κατάταξη των υπαλλήλων η τυχόν αύξηση του βασικού μισθού δεν συμψηφίζεται με την τυχόν καταβαλλόμενη υπερβάλλουσα μείωση του άρθρου 29 του ν. 4024/2011. Παραδείγματα εφαρμογής :

• Έστω ότι υπάλληλος Π.Ε., προϊστάμενος Διεύθυνσης, κατά την 31-12-2015, λαμβάνει βασικό μισθό 1.800 €, οικογενειακή παροχή 50 € και επίδομα θέσης ευθύνης 400 €. Με τις διατάξεις του νέου νόμου δικαιούται βασικό μισθό 1.900 €, οικογενειακή παροχή 50 € και επίδομα θέσης ευθύνης 450 €. Στην περίπτωση αυτή που έχουμε αύξηση του βασικού μισθού, αυτή χορηγείται σε διάστημα τεσσάρων ετών. Δηλαδή ο βασικός μισθός του εν λόγω υπαλλήλου θα ανέρχεται στο ποσό των 1.825 € για το 2016, 1.850 € για το 2017, 1.875 € για το 2018 και 1.900 € για το 2019. Αντιθέτως, η αύξηση του επιδόματος θέσης
ευθύνης κατά 50 € χορηγείται άμεσα.

• Έστω ότι υπάλληλος Δ.Ε., κατά την 31-12-2015, λαμβάνει βασικό μισθό 1.100 €, οικογενειακή παροχή 50 € και υπερβάλλουσα μείωση του άρθρου 29 του ν. 4024/2011, 250 €. Με τις διατάξεις του νέου νόμου δικαιούται βασικό μισθό 1.200 € και οικογενειακή παροχή 50 €. Δεδομένου ότι έχουμε αύξηση του βασικού μισθού αυτή καταβάλλεται σταδιακά σε διάστημα τεσσάρων ετών (βλ. προηγούμενο παράδειγμα). Οι λοιπές αποδοχές συγκρίνονται στη συνέχεια, όπως και στην περίπτωση της μείωσης. Δηλαδή εξαιρείται η οικογενειακή παροχή ενώ η υπερβάλλουσα μείωση υπολογίζεται ως νέα προσωπική διαφορά. Συνεπώς ο εν λόγω υπάλληλος λαμβάνει νέο βασικό μισθό 1.125 € (το Η της αύξησης), οικογενειακό επίδομα 50 € και προσωπική διαφορά 250 €. Επισημαίνεται ότι κατά την πρώτη κατάταξη των υπαλλήλων η τυχόν αύξηση του βασικού μισθού δεν συμψηφίζεται με την τυχόν καταβαλλόμενη υπερβάλλουσα μείωση του άρθρου 29 του ν. 4024/2011. Η νέα προσωπική διαφορά θα μειώνεται στο μέλλον από οποιαδήποτε μελλοντική αύξηση των αποδοχών του υπαλλήλου, πλην της αύξησης ή χορήγησης επιδόματος θέσης ευθύνης και της προωθημένης μισθολογικής εξέλιξης λόγω αξιολόγησης.

Η προσωπική διαφορά υπόκειται στις προβλεπόμενες για τα επιδόματα κρατήσεις και ως προς την περικοπή της για οποιονδήποτε λόγο, ακολουθεί το βασικό μισθό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 25. Το ανωτέρω ποσό της προσωπικής διαφοράς, για όσο χρόνο καταβάλλεται, βαρύνει τον ΚΑΕ 0221 του Κρατικού Προϋπολογισμού για τις υπηρεσίες του Δημοσίου και τον ΚΑΕ 0227 για τα Ν.Π.Δ.Δ.

Με την παρ. 3 ορίζεται ότι για τους υπαλλήλους, οι οποίοι είναι αποσπασμένοι κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του κοινοποιούμενου νόμου, για την εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 1 και 2, συνυπολογίζονται και οι αποδοχές που λαμβάνουν κατά τη διάρκεια της απόσπασης. Τυχόν προσωπική διαφορά καταβάλλεται μόνο για όσο χρόνο ο υπάλληλος είναι αποσπασμένος. Στην περίπτωση λήξης της απόσπασης και επιστροφής στην οργανική θέση πραγματοποιείται εκ νέου σύγκριση των αποδοχών του, προκειμένου να υπολογισθεί η τυχόν προσωπική διαφορά που θα είχε δημιουργηθεί εάν υπηρετούσε, κατά την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου, στην οργανική θέση του και όχι στη θέση απόσπασης. Τα ανωτέρω ισχύουν και σε περίπτωση που την απόσπαση ακολουθεί είτε απόσπαση σε άλλη θέση είτε μετάταξη σε άλλη ή και στην ίδια θέση, δεδομένου ότι οποιαδήποτε υπηρεσιακή μεταβολή (απόσπαση ή μετάταξη) λογίζεται ότι πραγματοποιείται πάντα από την οργανική θέση του υπαλλήλου.

Με την παρ. 4 ορίζεται ότι, σε περίπτωση μετάταξης ή μεταφοράς (υποχρεωτικής ή προαιρετικής) του υπαλλήλου σε άλλο φορέα, η προσωπική διαφορά του παρόντος άρθρου παύει να καταβάλλεται. Στην περίπτωση όμως που η υποχρεωτική μετάταξη ή μεταφορά του υπαλλήλου σε άλλο φορέα πραγματοποιείται λόγω συνολικής μεταφοράς της Υπηρεσίας του, από 1-1-2016 και εφεξής, τότε η προσωπική διαφορά εξακολουθεί να καταβάλλεται. Το ίδιο συμβαίνει και όταν ο υπάλληλος μετατάσσεται ή μεταφέρεται, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, από 1-1-2016, σε άλλο φορέα στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας κινητικότητας των υπαλλήλων, όπως αυτή κάθε φορά καθορίζεται από το αρμόδια Υπουργεία Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών.

Με την παρ. 5 προβλέπεται ότι η τυχόν ύπαρξη προσωπικής διαφοράς, των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου καταβάλλεται μόνο για όσο διάστημα οι υπάλληλοι αυτοί εξακολουθούν να παρέχουν αδιάλειπτα τις υπηρεσίες τους με ανανέωση ή παράταση της αρχικής σύμβασης εργασίας τους, που προβλέπεται από κείμενες διατάξεις. Αυτό σημαίνει ότι η προσωπική διαφορά καταβάλλεται μόνο για το συνεχές διάστημα που προσφέρουν υπηρεσία. Στην περίπτωση που λήξει η σύμβασή τους για ένα χρονικό διάστημα και επανέλθουν στη συνέχεια τότε κατατάσσονται στα Μ.Κ. της κατηγορίας τους, σύμφωνα με τα έτη υπηρεσίας και τα τυπικά τους προσόντα, χωρίς όμως τη διατήρηση προσωπικής διαφοράς.

Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι οι υπάλληλοι ορισμένου χρόνου, κατά την 31-12-2015 έχουν καταταγεί μισθολογικά σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά την ίδια ημέρα διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4024/2011 και όχι αυτές της παρ. 7 του άρθρου 7 του ίδιου νόμου. Κατατάξεις που έχουν πραγματοποιηθεί με διαφορετικό τρόπο θεωρούνται νόμιμες και αποδοχές που έχουν καταβληθεί δεν αναζητούνται.

Π.χ. έστω υπάλληλος Π.Ε. κατηγορίας, ορισμένου χρόνου με προϋπηρεσία επτά (7) έτη. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 7 του ν. 4024/2011 θα έπρεπε να καταταγεί στο βαθμό Δ και Μ.Κ. Δ0 (1.381 €). Σύμφωνα όμως με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ίδιου νόμου θα έπρεπε να καταταγεί στο βαθμό Ε και Μ.Κ.1 (1.225 €). Εννοείται ότι σε αυτήν την περίπτωση δεν τίθεται θέμα επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών, αλλά για την κατάταξη στο νέο μισθολόγιο και τη σύγκριση των αποδοχών του θα ληφθεί υπόψη η σωστή κατάταξη (η δεύτερη ανωτέρω).

Σε κάθε περίπτωση και προκειμένου να επιλυθεί οριστικά το θέμα που είχε προκύψει σχετικά με την ορθή μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη του εν λόγω προσωπικού, σύμφωνα με τις μέχρι 31-12-2015 ισχύουσες διατάξεις του ν. 4024/2011, χρήζει να διευκρινισθούν τα εξής σημεία:

Για τη μισθολογική εξέλιξη του εν λόγω προσωπικού στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 12 του ανωτέρω νόμου, λαμβάνεται υπόψη χρόνος προϋπηρεσίας μέχρι επτά (7) έτη, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ.1,3 και 4 του άρθρου 6 του ιδίου νόμου.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.4024/2011 η εξέλιξη του προσωπικού αυτού στα μισθολογικά κλιμάκια γίνεται αυτοδίκαια με την παρέλευση του απαιτούμενου χρόνου στα προηγούμενα μισθολογικά κλιμάκια.

Διευκρινίζεται ότι δεν κατατάσσεται βαθμολογικά αλλά μόνο μισθολογικά και για το σκοπό αυτό πραγματοποιείται η εικονική του κατάταξη στου βαθμούς του ν.4024/2011 προκειμένου να καταταχθεί και να εξελιχθεί στα μισθολογικά κλιμάκια αυτών. Συνεπώς, εφόσον δεν προάγεται βαθμολογικά, απαιτείται η εξάντληση όλων των μισθολογικών κλιμακίων του οικείου βαθμού στον οποίο «εικονικά» κατατάσσεται προκειμένου να προχωρήσει στον επόμενο.

Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 6 του ν.4024/2011 οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, συναφούς με τα αντικείμενα, στα οποία είναι δυνατόν, κατά τις οργανικές διατάξεις της υπηρεσίας τους, να απασχοληθούν, κατατάσσονται, στο βαθμό Δ. Οι κάτοχοι αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, συναφούς με τα αντικείμενα, στα οποία είναι δυνατόν, κατά τις οργανικές διατάξεις της υπηρεσίας τους, να απασχοληθούν, κατατάσσονται στο βαθμό Ε.

Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι κατέχουν προϋπηρεσία ή/και είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών ή/και είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος εφαρμόζεται ο ευνοϊκότερος συνδυασμός ρυθμίσεων προκειμένου να μη θιγούν τα μισθολογικά οφέλη του υπαλλήλου. Εν κατακλείδι επισημαίνεται ότι από τις προαναφερόμενες διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 6 του ν.4024/2011 εάν στο πρόσωπο του υπαλλήλου συντρέχουν περισσότερες της μιας ευνοϊκές ρυθμίσεις, εφαρμόζονται κατά ανώτατο όριο δύο (2) ρυθμίσεις από τις οποίες απορρέουν μισθολογικά οφέλη ήτοι η ευνοϊκότερη γι' αυτόν ρύθμιση και το ήμισυ της δεύτερης ευνοϊκότερης ρύθμισης.

Εξυπακούεται ότι από 14.4.2014, σύμφωνα με την αριθμ. 2/24529/0022/24-3-2014 κ.υ.α. (928 Β'), οι κάτοχοι διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, μπορούν να προσμετρήσουν τους ανωτέρω τίτλους σπουδών για μισθολογική εξέλιξη μόνο εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποτελέσει τυπικό προσόν για την πρόσληψή τους. Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις που οι ανωτέρω τίτλοι δεν έχουν απαιτηθεί ως τυπικό προσόν για την πρόσληψη, δεν μπορούν να προσμετρηθούν για μισθολογική εξέλιξη.

Για πληρέστερη κατανόηση των ως άνω τιθέμενων, αναφορικά με τη σωστή κατάταξη κατά την 1-11-2011 σας παραθέτουμε ενδεικτικά παραδείγματα εφαρμογής:

α)Υπάλληλος ΤΕ κατηγορίας με αναγνωρισμένη προϋπηρεσία οχτώ (8) έτη και χωρίς να συντρέχει στο πρόσωπό του άλλη ρύθμιση:
Για την κατάταξή του θα ληφθούν υπόψη μόνο τα επτά (7) έτη προϋπηρεσίας και συνεπώς θα καταταχθεί μισθολογικά στο 2ο μισθολογικό κλιμάκιο του βαθμού Ε' με ένα χρόνο πλεονάζοντα και δύναται να εξελιχθεί στο επόμενο μισθολογικό κλιμάκιο με τη συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου υπηρεσίας.

β)Υπάλληλος ΤΕ κατηγορίας κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και με αναγνωρισμένη προϋπηρεσία επτά (7) έτη:

Με μόνη την κατοχή του μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών θα έπρεπε να καταταχθεί μισθολογικά στο βασικό μισθό που αντιστοιχεί στο βαθμό Ε', ενώ λόγω της επταετούς προϋπηρεσίας θα έπρεπε να καταταχθεί στο 2ο μισθολογικό κλιμάκιο του βαθμού Ε' με ένα χρόνο πλεονάζοντα. Σε αυτήν την περίπτωση η ευνοϊκότερη για αυτόν ρύθμιση αποτελεί η επταετής προϋπηρεσία, ενώ η δεύτερη ευνοϊκότερη η κατοχή του μεταπτυχιακού τίτλου, από την οποία ωφελείται κατά το ήμισυ. Συνεπώς, θα καταταχθεί μισθολογικά στο βασικό μισθό του βαθμού Δ'.

γ)Υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας κάτοχος μεταπτυχιακού και διδακτορικού τίτλου σπουδών και με αναγνωρισμένη προϋπηρεσία πέντε (5) έτη:

Με μόνη την κατοχή του μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών θα έπρεπε να καταταχθεί μισθολογικά στο βασικό μισθό που αντιστοιχεί στο βαθμό Ε', ενώ με μόνη την κατοχή του διδακτορικού τίτλου σπουδών θα έπρεπε να καταταχθεί μισθολογικά στο βασικό μισθό που αντιστοιχεί στο βαθμό Δ' και λόγω της πενταετούς προϋπηρεσίας θα έπρεπε να καταταχθεί στο μισθολογικό κλιμάκιο ΜΚ1 του βαθμού Ε' με ένα χρόνο πλεονάζοντα. Σε αυτήν την περίπτωση η ευνοϊκότερη για αυτόν ρύθμιση αποτελεί ο διδακτορικός τίτλος, η δεύτερη ευνοϊκότερη η πενταετής προϋπηρεσία, από την οποία ωφελείται κατά το ήμισυ και η αμέσως επόμενη ο μεταπτυχιακός τίτλος, ο οποίος δεν θα ληφθεί υπόψη. Συνεπώς, θα καταταχθεί μισθολογικά στο 1ο μισθολογικό κλιμάκιο του βαθμού Δ' με μισό χρόνο πλεονάζοντα και δύναται να εξελιχθεί στα επόμενα δύο μισθολογικά κλιμάκια με τη συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου υπηρεσίας.

Πέραν των ανωτέρω, διευκρινίζεται ότι στις περιπτώσεις όπου οι ατομικές συμβάσεις εργασίας έχουν παραταθεί ή ανανεωθεί, από τη λήξη τους, με διάταξη νόμου, εφόσον δεν έχει επέλθει διακοπή του χρόνου απασχόλησης και η αρχική σύμβαση δεν έχει λήξει, ο εργαζόμενος συνεχίζει να εξελίσσεται στα μισθολογικά κλιμάκια.

Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις υπογραφής νέας ατομικής σύμβασης εργασίας, (χωρίς δηλαδή να έχει επέλθει παράταση η ανανέωση της προηγούμενης) ακόμα και αν αυτή αφορά τα ίδια συμβαλλόμενα μέρη με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις της προηγούμενης σύμβασης, λογίζεται ως νέα σύμβαση, η οποία διέπει εξ αρχής την ατομική σχέση εργασίας και ο υπάλληλος θα πρέπει να καταταχθεί εκ νέου και να εξελιχθεί μισθολογικά.

Τα ανωτέρω έχουν ανάλογη εφαρμογή και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που απασχολείται στα Ν.Π.Ι.Δ. και τις ΔΕΚΟ της περ.12 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012, σύμφωνα με την αριθ.οικ.2/840/0022/4.1.2013 (Φ.Ε.Κ. 37'/Β) κ.υ.α.

Επί του άρθρου 28 Ανώτατο όριο αποδοχών

Με την παρ. 1 προβλέπεται ότι οι πάσης φύσεως αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές, ή σύνταξη, που καταβάλλονται στους λειτουργούς ή υπαλλήλους ή μισθωτούς με σχέση εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου των φορέων του άρθρου 1, των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος, απαγορεύεται να υπερβαίνουν τις εκάστοτε αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου. Οι εν λόγω αποδοχές από 1-1-2016 ανέρχονται στο ποσό των 4.631 €. Συνεπώς οι αποδοχές όλων των ανωτέρω από την ίδια ημερομηνία δεν μπορεί να υπερβαίνουν το ποσό αυτό.

Στο ανωτέρω όριο δεν συνυπολογίζεται το επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή, όπως προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και οι αμοιβές από κάθε είδους προγράμματα χρηματοδοτούμενα από διεθνείς ή ιδιωτικούς πόρους των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων που επιχορηγούνται και εποπτεύονται από το Κράτος και των Ε.Λ.Κ.Ε. των Α.Ε.Ι..

Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα, τους διοικητές, αναπληρωτές διοικητές, υποδιοικητές, προέδρους, αντιπροέδρους, τα μέλη εν γένει, τα μέλη των συλλογικών οργάνων διοίκησης, τους διευθύνοντες ή εντεταλμένους συμβούλους και τα μέλη διοικητικών συμβουλίων των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 7, καθώς και του προσωπικού των νομικών προσώπων του κεφαλαίου Βλ του ν. 3429/2005, και των θυγατρικών τους, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:

α) Η πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου έχει διοριστεί ή εκλεγεί από το Δημόσιο ή το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε. (Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.) ή άλλα νομικά πρόσωπα των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 (Αλ 314), που ενεργούν ως μέτοχοι, μόνοι ή από κοινού και β) το Δημόσιο ή το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε. (Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.) ή άλλα νομικά πρόσωπα των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 (Αλ 314), έχουν την πλειοψηφία των μετοχών.

Από 1-1-2016, από το ανώτατο όριο εξαιρούνται οι αποδοχές των προέδρων, αντιπροέδρων, διευθυνόντων συμβούλων και μελών των διοικητικών συμβουλίων των νομικών προσώπων του κεφαλαίου Β' του ν.3429/2005.

Με τις διατάξεις της παρ. 3 προβλέπονται οι εξαιρέσεις από το όριο της πρώτης παραγράφου. Ειδικότερα, από το όριο αυτό εξαιρούνται:
α) οι δικαστικοί λειτουργοί και το κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), για τους οποίους ως ανώτατο όριο αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών ή απολαβών, ορίζονται οι μηνιαίες αποδοχές και τα επιδόματα του Προέδρου του Αρείου Πάγου (8.314,56 €), όπως ορίζονται με τον εκάστοτε μισθολογικό νόμο για τις αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η οικογενειακή παροχή, το επίδομα του άρθρου 56 του ν. 345/1976 (Α'141), καθώς και η αποζημίωση της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 3038/2002 (Α'180), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 89 του ν. 4139/2013 (Α'74). Το μηνιαίο επίδομα του άρθρου 56 του ν. 345/1976 για τη συμμετοχή των δικαστικών λειτουργών στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (Α.Ε.Δ.) του άρθρου 100 του Συντάγματος, η αποζημίωση της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 3038/2002, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 88 του ν. 4139/2013, για τη συμμετοχή τους στο Ειδικό Δικαστήριο των άρθρων 88 παρ. 2 και 99 του Συντάγματος, καθώς και η μηνιαία αποζημίωση της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3086/2002 (Α'324) για τη συμμετοχή του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καταβάλλονται στους δικαιούχους κατά παρέκκλιση των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.
β) οι ιατροί του Ε.Σ.Υ., για τους οποίους ως όριο ορίζεται το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3808/2009 (Α' 227), δηλαδή οι αποδοχές Εφέτη με 29 έτη υπηρεσίας (5.964,33 €).

Επί του άρθρου 29 Έλεγχος μισθοδοσίας

Με τις διατάξεις της παρ. 1 ορίζεται ότι η ευθύνη για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος ανήκει στους εκκαθαριστές των αποδοχών των υπαλλήλων.
Επιπλέον, στην παρ. 2 προβλέπεται ότι η παρακολούθηση της ορθής και ομοιόμορφης εφαρμογής των διατάξεων του κοινοποιούμενου νόμου, διενεργείται από την αρμόδια Διεύθυνση Εισοδηματικής Πολιτικής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με την παροχή οδηγιών και εγκυκλίων, μέσω επιτόπιων επαληθεύσεων, καθώς και με τη δυνατότητα συμμετοχής των υπαλλήλων της σε ελέγχους που διενεργούνται από τους προβλεπόμενους ελεγκτικούς φορείς.

Επί του Άρθρου 30
Αποδοχές του ναυτικού προσωπικού της Ανώνυμης Εταιρείας Διώρυγας Κορίνθου (Α.Ε.ΔΙ.Κ.)

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καθορίζονται οι αποδοχές του ναυτικού προσωπικού της Ανώνυμης Εταιρείας Διώρυγας Κορίνθου (Α.Ε.ΔΙ.Κ.).

Επί του άρθρου 31 Ρύθμιση ειδικών θεμάτων

Με τις διατάξεις της παρ. 1 ορίζεται ότι στο τέλος της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), προστίθεται νέο εδάφιο, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
«Για τους υπαλλήλους των φορέων της περίπτωσης 12, η αναστολή των διατάξεων του πρώτου εδαφίου ισχύουν από 1-1-2013.» Με τη συγκεκριμένη διάταξη αποσαφηνίζεται πλήρως ότι οι υπάλληλοι των Ν.Π.Ι.Δ. και των Δ.Ε.Κ.Ο. του κεφ. Α' του ν. 3429/2005 οι οποίοι εντάχθηκαν στις διατάξεις του ενιαίου μισθολογίου από 1-1-2013 υπέστησαν εκ νέου την προβλεπόμενη περικοπή του 25% του άρθρου 29 του ίδιου νόμου, πέραν της πρώτης που είχαν υποστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 του ίδιου νόμου.

Με τις διατάξεις της παρ. 2 προβλέπεται ότι από την περ. βλ της παρ. 13 του άρθρου 9 του ν. 4111/2013 (Α' 18) διαγράφεται, από τότε που ίσχυσε, η φράση «και το προσωπικό της Προεδρίας της Δημοκρατίας».
Με τις διατάξεις της παρ. 3 καταργείται από τότε που ίσχυσε η διάταξη της υποπ. ββ της περ. β της παρ. 2 του άρθρου έκτου του ν. 4079/2012 (Α 180). Η διάταξη αυτή σε συνδυασμό με την περ. α του άρθρου 33, αφενός απαλλάσσει τα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα (ΔΕΚΟ κεφ. Β' ν.3429/2005) από την υποχρέωση αποστολής των τριμηνιαίων στοιχείων στη Δνση Εισοδηματικής Πολιτικής του ΓΛΚ, αφετέρου παρατείνει τη σχετική δέσμευση των φορέων για τη διατήρηση των ποσοστών της παρ. 5 του άρθρου 31 του ν. 4024/2011 μέχρι τέλος του 2018. Επισημαίνεται σε κάθε περίπτωση ότι ο νόμος αναθέτει την ευθύνη υλοποίησης της συγκεκριμένης διάταξης στις διοικήσεις των φορέων οι οποίες είναι υπόλογες έναντι κάθε ελέγχου που θα διενεργηθεί για τη διαπίστωση εφαρμογής των σχετικών διατάξεων.

Επί του άρθρου 32 Διατηρούμενα επιδόματα

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού προβλέπεται ότι, πέραν των προβλεπόμενων αποδοχών και επιδομάτων του κοινοποιούμενου νόμου, εξακολουθούν να καταβάλλονται τα επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 2606/1998 (Α' 89), της παραγράφου 22 του άρθρου 9 του ν. 2266/1994 (Α' 218) και της παραγράφου 4 του άρθρου 72 του ν. 3528/2007 (Αλ26) (εφάπαξ αποζημιώσεις για μεταθέσεις ή μετατάξεις σε παραμεθόριες περιοχές), καθώς και των άρθρων 34 και 34α του ν. 2682/1999 (Α' 16) (επίδομα Eurocontrol στους υπαλλήλους της Υ.Π.Α.) το οποίο, σε κάθε περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ανωτάτου ορίου αποδοχών του άρθρου 28 του παρόντος νόμου.

Επί του άρθρου 33 Διατηρούμενες διατάξεις

Με το άρθρο 33 διατηρούνται σε ισχύ υφιστάμενες διατάξεις. Ειδικότερα, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις:
α. των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 31 (για τις ΔΕΚΟ κεφ. Β' ν.3429/2005) του ν. 4024/2011 μέχρι 31-12-2018. Για τον υπολογισμό του ποσοστού που αναφέρεται στην παρ. 5 της ως άνω διάταξης λαμβάνονται υπόψη όλες οι μισθολογικές και μη μισθολογικές παροχές. Η ευθύνη εφαρμογής των διατάξεων αυτών ανήκει στη διοίκηση των φορέων,
β. του τρίτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 32 του ν. 4024/2011 με την επιφύλαξη των διατάξεων της περ. γ της παρ. 2 του άρθρου 1 του παρόντος. Δηλαδή για το προσωπικό που αμείβεται υπό το καθεστώς ειδικών μισθολογίων, πέραν της οικογενειακής παροχής, που καταβάλλεται με τις διατάξεις του νέου νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του ν. 3205/2003 για επιδόματα όπως των μεταπτυχιακών σπουδών, για αναγνώριση προϋπηρεσίας κ.λ.π.,
γ. της παραγράφου 1 του άρθρου 124 του ν. 4199/2013 (Α' 216), δηλαδή διατηρείται η καταβολή του επιδόματος επικίνδυνης εργασίας στους ναρκαλιευτές, πολιτικό και στρατιωτικό προσωπικό του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας,
δ. του άρθρου 34 του ν. 4256/2014 (Α'92), δηλαδή εξακολουθεί να ισχύει το ειδικό καθεστώς αμοιβών του ναυτικού προσωπικού της πλοηγικής υπηρεσίας,
ε. του άρθρου 88 του ν. 2071/1992 (Α' 123), δηλαδή η διαδικασία πραγματοποίησης εφημεριών του προσωπικού ιατρικής υπηρεσίας, στ. της παρ. 8 του άρθρου 26 του ν. 4325/2015 (Α'47) για την κατάταξη των μουσικών των Ο.Τ.Α.,
ζ. των άρθρων 12, 13 και 14 του ν.1566/1985 (Α'167) αναφορικά με την κατάταξη των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,
η. της παρ.2 του άρθρου 21 του ν.4014/2011 αναφορικά με τις τοπικές διοικητικές επιτροπές του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και του Ο.Α.Ε.Ε. και τη Διαχειριστική Επιτροπή του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας και της κατ' εξουσιοδότηση αυτής εκδοθείσας υπουργικής απόφασης με αριθμ. 2/73813/022/28-12-2011 (Β'486).

Επί του άρθρου 34 Καταργούμενες διατάξεις

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού προβλέπεται η κατάργηση τόσο των μισθολογικών διατάξεων του ν. 4024/2011 όσο και οποιωνδήποτε άλλων ρυθμίζουν θέματα που καλύπτει πλέον ο κοινοποιούμενος νόμος. Ειδικότερα, από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου καταργούνται:
α. οι διατάξεις των άρθρων 12 έως 25, 28, 29, 30 του ν. 4024/2011, καθώς και οι κατ' εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις, του άρθρου 31 με την επιφύλαξη της περ. α του άρθρου 27 του παρόντος και 32 με την επιφύλαξη της παρ. β του άρθρου 27 του παρόντος,
β. η περ. 12 της υποπαραγράφου Γ1 της παρ. Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012,
γ. οι περ. α και β της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 2703/1999 (Α' 72),
δ. κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, κατά το μέρος που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή κατά το μέρος που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο θέματα που διέπονται από αυτόν.

Επί του άρθρου 35 Έναρξη ισχύος

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ορίζεται η έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου από 1-1-2016, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Επί του άρθρου 39 του ν. 4369/2016

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ορίζεται ότι για τους υπαλλήλους που τέθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας με βάση τις διατάξεις του ν. 4093/2012 (Α' 222), του ν. 4172/2013 (Α' 167), του ν. 4250/2014 (Α' 74), τις διατάξεις του άρθρου 67 παρ. 4 του ν. 4316/2014 (Α' 270), καθώς και τις διατάξεις του άρθρου 70 του ν. 4257/2014 (Α' 93), ο χρόνος της διαθεσιμότητας θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και λαμβάνεται υπόψη για τη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη.

Κατόπιν αυτού, ο χρόνος για τη μισθολογική εξέλιξη των ως άνω υπαλλήλων θα προσμετρηθεί από τις 27-2-2016, ημερομηνία δημοσίευσης και έναρξης ισχύος του ν. 4369/2016 (Α' 33).

Γενικές επισημάνσεις

1. Για την αποφυγή άσκοπης αλληλογραφίας παρακαλούνται οι αρμόδιες Υπηρεσίες Διοικητικού/Οικονομικού να μην αποστέλλουν ερωτήματα, τα οποία απαντώνται ευθέως εκ του
νόμου ή από την παρούσα εγκύκλιο. Σε περίπτωση που η διατύπωση ερωτήματος προς την Υπηρεσία μας κρίνεται απαραίτητη, αυτό θα πρέπει να συνοδεύεται από όλα τα στοιχεία που καθιστούν ευκολότερη την απάντησή του.

2. Διευκρινήσεις για την παροχή μηνιαίων οικονομικών στοιχείων.

Σε συνέχεια της αριθμ. 2/45851/2-7-2010 εγκυκλίου του Υπουργού Οικονομικών, της αρθμ. 2/46315/8-7-2010 όμοιας του Υφυπουργού Οικονομικών και της αριθμ. 2/85127/0022/22-11-2012 (ΑΔΑ: Β4Σ1Η-8Ξ6) όμοιας του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, σας ενημερώνουμε τα εξής:
Υποχρέωση αποστολής των μηνιαίων οικονομικών στοιχείων (πίνακες 3 και 4 της αριθμ. 46315/8-7-2010 εγκυκλίου) στη Δ/νση Εισοδηματικής Πολιτικής (πρώην Δ/νση 22η Μισθολογίου) εφεξής έχουν μόνο οι φορείς που δεν μισθοδοτούνται μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμών και μέχρι την ένταξη τους στο σύστημα πληρωμών της Αρχής. Επισημαίνεται ότι παραμένει η υποχρέωση αποστολής των ανωτέρω πινάκων στη Δ/νση Προγραμματισμού Δημοσιονομικών Στοιχείων και Μεθοδολογίας (Δ/νση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: mtp-fd@glk.gr) για το σύνολο των υπόχρεων.

3. Οδηγίες για την παρακράτηση των ασφαλιστικών εισφορών για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια.

1. Με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 4336/2015 επεκτείνεται μέχρι και την 31-12-2016 η ισχύς των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011, με τις οποίες προβλέπεται ότι η σύνταξη των υπαλλήλων του Δημοσίου, υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές τους, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί κατά την 31-10-2011, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τυχόν μισθοδοτικές προαγωγές που θα ελάμβαναν κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα με βάση τις διατάξεις του ν. 3205/2003.
Επομένως από την ένταξη των προαναφερόμενων προσώπων στο νέο μισθολόγιο του ν. 4354/2015, οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια θα εξακολουθήσουν να υπολογίζονται επί των ανωτέρω συντάξιμων αποδοχών.
Τα προαναφερόμενα έχουν εφαρμογή για όσους υπαλλήλους του Δημοσίου υπάγονται στο ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου ή συνταξιοδοτούνται με τις δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις.

2. Συντάξιμες αποδοχές
Ως συντάξιμες αποδοχές κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων νοούνται οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων διενεργούνται κρατήσεις για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια και οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης ή των παροχών που καταβάλλονται από τα οικεία Ταμεία επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία που διέπει τις παροχές αυτές.

3. Υπολογισμός ασφαλιστικών εισφορών για κύρια σύνταξη Δημοσίου.
α. Παλαιοί ασφαλισμένοι (όσοι έχουν ασφαλισθεί πριν την 1-1-1993).
Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου υπολογίζονται επί των συνταξίμων αποδοχών όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί την 31-10-2011 δηλαδή επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου που ελάμβανε ο υπάλληλος κατά την ανωτέρω ημερομηνία, του ποσού των 140,80€ καθώς και του τυχόν καταβαλλομένου επιδόματος θέσης ευθύνης, όπως αυτό ίσχυε με βάση τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 3205/2003.
Επισήμανση: Το ανωτέρω επίδομα θέσης ευθύνης υπόκειται σε κράτηση για κύρια σύνταξη, ανεξαρτήτως εάν ο υπάλληλος ελάμβανε αυτό κατά την 31-10-2011, αρκεί δηλαδή να είχε προαχθεί σε θέση Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας και να είχε ασκήσει τα καθήκοντα αυτά, μετά από κρίση του αρμοδίου Διοικητικού Οργάνου, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα της συνολικής δημόσιας υπηρεσίας του, κατά το οποίο του καταβάλλονταν το επίδομα αυτό. Επίσης το ανωτέρω επίδομα (άρθρου 13 του ν. 3205/2003) υπόκειται σε κράτηση για κύρια σύνταξη και στην περίπτωση που ο υπάλληλος προαχθεί σε θέση Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας μετά την ισχύ του νέου μισθολογίου και λαμβάνει το επίδομα αυτό.
Εξυπακούεται ότι το ανωτέρω επίδομα δεν υπόκειται σε κράτηση για κύρια σύνταξη εφόσον ο υπάλληλος ελάμβανε ή θα λαμβάνει αυτό, χωρίς να έχει προαχθεί σε θέση Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας από το αρμόδιο κατά περίπτωση όργανο και όχι επειδή του ανατέθηκε με οποιονδήποτε τρόπο και για οποιονδήποτε λόγο η άσκηση των καθηκόντων αυτών.
β. Νέοι ασφαλισμένοι (όσοι έχουν ασφαλισθεί από 1-1-1993 και μετά).
Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου υπολογίζονται επί του συνόλου των τακτικών μηνιαίων αποδοχών, με εξαίρεση το κίνητρο απόδοσης, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί την 31-10-2011 προστιθεμένου του ποσού των 140,80€.
Τα όσα επισημαίνονται σχετικά με την κράτηση για κύρια σύνταξη επί του επιδόματος θέσης ευθύνης που αφορά τους παλαιούς ασφαλισμένους, έχουν εφαρμογή και για τους νέους ασφαλισμένους.

4. Υπολογισμός ασφαλιστικών εισφορών για επικουρική ασφάλιση και πρόνοια.
Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη (όπως αυτές προβλέπονται) για επικουρική ασφάλιση και πρόνοια υπολογίζονται, τόσο για τους παλαιούς όσο και για τους νέους ασφαλισμένους, επί των τακτικών μηνιαίων αποδοχών οι οποίες λαμβάνονται υπόψη, σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τα οικεία Ταμεία, για τον υπολογισμό των παροχών των Ταμείων αυτών, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί την 31-10-2011, με εξαίρεση αυτές οι οποίες καταβάλλονταν υπό την προϋπόθεση παροχής πρόσθετου έργου .
Στις περιπτώσεις που από την νομοθεσία που διέπει τα ανωτέρω Ταμεία, προβλέπεται έκτακτη κράτηση, κατά περίπτωση, επί πρόσθετων αποδοχών που δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των παροχών των Ταμείων αυτών, αυτή διενεργείται επί της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ του συνόλου των τακτικών μηνιαίων αποδοχών που καταβάλλονταν κατά την 31-10-2011 και του συνόλου των τακτικών μηνιαίων αποδοχών που θα καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του νέου μισθολογίου.

5. Κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη.
Οι κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη, διενεργούνται επί των πάσης φύσεως αποδοχών, όπως αυτές διαμορφώνονται από 1-1-2016 με βάση τις διατάξεις του νέου μισθολογίου.



Ο ΑΝ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Ο Προϊστ/νος Διεκ/σης α.α.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μεταθέσεις Καστοριάς

Απάντηση σε συκοφαντίες

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2023-2024